Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἑρμαφρόδιτος

From LSJ
Revision as of 10:24, 2 May 2023 by Spiros (talk | contribs)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

German (Pape)

[Seite 1032] ὁ, ein Hermaphrodit, Zwitter, mit beiderlei Geschlechtsgliedern, Luc. u. a. Sp. Vgl. nom. pr.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α ἑρμαφρόδιτος, ό και ἑρμαφρόδιτος, -ον)
το άτομο στο οποίο συνυπάρχουν τα διακριτικά γνωρίσματα και τών δύο φύλων (κν. αρσενικοθήλυκος)
νεοελλ.
μτφ. αυτός που έχει αντιφατικές ιδιότητες, ο αμφίρροπος, ο ακαθόριστος
αρχ.
1. Ἑρμαφρόδιτος
γιος του Ερμή και της Αφροδίτης που είχε αρσενικά και θηλυκά διακριτικά γνωρίσματα σε πλήρη ή σε ατροφική και υποτυπώδη κατάσταση
2. φρ. «ἑρμαφρόδιτον πάθος» — ο ερμαφροδιτισμός
3. άγαλμα με διπλή κεφαλή, Ερμή και Αφροδίτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχ. Ερμαφρόδιτος, μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Ερμή και της Αφροδίτης, που συγκέντρωνε τα χαρακτηριστικά και τών δύο φύλων.

Mantoulidis Etymological

(=ἄνθρωπος πού παίρνει μέρος καί στό ἀντρικό καί στό γυναικεῖο φύλο). Ἀπό τόν Ἑρμαφρόδιτο, γιό τοῦ Ἑρμῆ καί τῆς Ἀφροδίτης.