δημορριφής
From LSJ
τὸ ἓν καὶ τὸ ὂν πολλαχῶς λέγεται → the term being and the term one are used in many ways, one and being have various meanings, one and being have many senses
English (LSJ)
δημορριφές, hurled by the people, ἀραί A.Ag.1616.
Spanish (DGE)
(δημορρῐφής) -ές lanzado, proferido por el pueblo ἀραί A.A.1616.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
lancé par le peuple.
Étymologie: δῆμος, ῥίπτω.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
δημορριφής -ές [δῆμος, ῥίπτω] door het volk geuit.
Russian (Dvoretsky)
δημορρῐφής: брошенный народом, народный (ἀρά Aesch.).
Greek Monolingual
δημορριφής, -ές (Α)
φρ. «δημορριφεῖς... ἀράς» — κατάρες που ρίχτηκαν από τον λαό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δήμος + -ριφής < ριφή < ρίπτω].
Greek Monotonic
δημορρῐφής: -ές (ῥίπτω), αυτός που εκτοξεύεται από το λαό, π.χ. κατάρα, σε Αισχύλ.
Greek (Liddell-Scott)
δημορριφής: -ές, ὁ ὑπὸ τοῦ λαοῦ ἐρριμμένος, ἀραὶ δ. Αἰσχύλ. Ἀγ. 1616.