ἐπιτραγῳδέω
Ταμιεῖον ἀνθρώποισι σωφροσύνη μόνη → Magnum horreum est hominibus temperantia → Ihr Vorratsschatz ist Menschen Mäßigung allein
English (LSJ)
make a tragic story of a thing, exaggerate, Thphr. HP 9.8.5, D.H.Th. 28, Plu.Art.18 (Pass.), Luc.Tox.12; οὐδὲν ἐ. πρὸς σεμνότερον ὄγκον Ph.2.105; descant solemnly upon, τινί Plu.Per.28, Demetr.Eloc.122; lament tragically, Hld.1.3; add to a tragedy, καινὸν ἐπεισόδιον Id.7.6, cf. 2.29.
German (Pape)
[Seite 995] nach Art der Tragödie hinzusetzen, auf tragische Weise übertreiben, τὰς συμφοράς Dion. Hal. ind. Thuc. 28; Luc. Tox. 12; Plut. Pericl. 28 u. a. Sp.; – auch ἐπετραγῴδει τούτῳ τῷ δράματι καὶ ἕτερον πάθος ὁ δαίμων, er führte dazu noch eine Tragödie auf, Heliod. 2, 29, vgl. 6, 7.
French (Bailly abrégé)
ἐπιτραγῳδῶ :
faire un récit tragique de qch ; exagérer ; ajouter par exagération.
Étymologie: ἐπί, τραγῳδέω.
Russian (Dvoretsky)
ἐπιτρᾰγῳδέω: досл. (по поводу чего-л.) разыгрывать трагедию, ирон. сильно преувеличивать (τι Luc. и τινι Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐπιτρᾰγῳδέω: διηγοῦμαί τι κατὰ τρόπον τραγικόν, ἐξογκώνω, ὅσα οἱ φαρμακοπῶλαι καὶ οἱ ῥιζοτόμοι… ἐπιτραγῳδοῦντες λέγουσι Θεοφρ. π. Φυτ. Ἱστ. 9. 8, 5, Διον. Ἁλ. π. Θουκ. 28, Λουκ. Τοξ. 12· ἐξογκώνω ἔτι μᾶλλον, τινί τι Πλουτ. Περικλ. 28· οὕτω καὶ ἐν τῷ Παθ., ὁ αὐτ. ἐν Ἀρτοξ. 18· ἐπετραγῴδει τούτῳ τῷ δράματι καὶ ἕτερον πάθος ὁ δαίμων Ἡλιόδ. 2. 29.
Greek Monotonic
ἐπιτρᾰγῳδέω: μέλ. -ήσω, διηγούμαι με τρόπο τραγικό, υπερβάλλω, μεγαλοποιώ, σε Λουκ.· προσθέτω καθ' υπερβολή, σε Πλούτ.
Middle Liddell
fut. ήσω
to make into a tragic story, exaggerate, Luc.: to add in exaggeration, Plut.