ἀνταίρω

From LSJ
Revision as of 12:02, 21 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (big3_4)

ὣς ὁ μὲν ἔνθ' ἀπόλωλεν, ἐπεὶ πίεν ἁλμυρὸν ὕδωρ → so there he perished, when he had drunk the salt water

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνταίρω Medium diacritics: ἀνταίρω Low diacritics: ανταίρω Capitals: ΑΝΤΑΙΡΩ
Transliteration A: antaírō Transliteration B: antairō Transliteration C: antairo Beta Code: a)ntai/rw

English (LSJ)

Ion. ἀνταείρω (q.v.),

   A raise against, χεῖράς τινι AP7.139 (so in Med., Th.3.32, 1.53); πόλεμόν τινι Plb.15.7.8; πρὸς Ἔρωτα μάχην AP12.147 (Mel.); raise in reply, λαμπτῆρας Aen.Tact.26.13:—Med., ὅπλα ἀνταιρόμενοι Th.1.53, cf. 3.32.    II intr., rise up or rebel against, withstand, ἀντᾶραί τινι Pl.Euthd.272a, D.2.24; πρός τι or τινα, Id.6.5, Plu.Pyrrh.15, D.H.6.48:—so in Med., τινί Luc.Herm.33,JTr.34.    2 of a cliff, rise opposite to or in the same parallel with, τοῖς κατὰ Μερόην τόποις Str.2.1.2, cf. 20; πρὸς τὴν Αιβύην Plu.Aem.6.

German (Pape)

[Seite 243] (s. αἴρω), dagegen erheben, πόλεμόν τινι Pol. 15, 7; μάχην πρὸς Ἔρωτα Mel. 100 (XII, 147); gew. intrans., τινί, sichgegen Jemand erheben, Widerstand leisten, ἀντᾶραι Plat. Euthyd. 272 a; Λακεδαιμονίοις Dem. 2, 24; πρὸς δύναμιν 6, 5; Strab. 2, 1. 2 τὰ ἄκρα ἀνταίρειν τοῖς κατὰ Μερόην τόποις, erheben sich in gleicher Richtung; vgl. Plut. Aem. Paul. 6, von den Alpen, ἀνταίρειν πρὸς τὴν Λιβύην, sie erheben sich Libyen gegenüber. – Med., dasselbe, χεῖρας ἀνταιρόμενος Thuc. 3, 32; ὅπλα τινί Thuc. 1, 53; Xen. Cyr. 5, 4, 25 u. Sp.; ohne Zusatz, τινί, Luc. Hermot. 33.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνταίρω: μέλλ. -ᾰρῶ: ἀόρ. -ῆρα: ― ἐγείρω τι ἐναντίον τινός, χεῖράς τινι Ἀνθ. Π. 7. 139· Θουκ. 3. 32., 1. 53· πόλεμόν τινι Πολύβ. 15. 7, 8· ἀντ. πρὸς Ἔρωτα μάχην Ἀνθ. Π. 12. 147: ― Μέσ., ἴδε ἐν λ. ἀνταείρω. ΙΙ. ἀμεταβ., ἐγείρομαι ἐναντίον τινός, ἀνθίσταμαι, Λατ. contra assurgere, ἀνταίρειν τινὶ Πλάτ. Εὐθύδ. 272Α, Δημ. 25. 2· πρός τι ἢ τινα Δημ. 66. 24. Πλουτ. Πύρρ. 15, Διον. Ἁλ. 6. 48: προσέτι, ἐπαναστατῶ ἐναντίον τῆς ἀρχῆς, Μαλαλ. 385, 9, Κ. Πορφ. π. Διοικ. 269. 20· οὕτως ἐν τῷ μέσ., τινὶ Λουκ. Ἑρμότ. 33, κτλ. 2) περὶ ὑψωμάτων χώρας τινός, ἐγείρομαι ἢ κεῖμαι παραλλήλως, ἢ ἀκριβῶς ἀπέναντι, τὰ τῆς Ἰνδικῆς ἄκρα... ὁμολογοῦσι πολλοὶ τοῖς κατὰ Μερόην ἀνταίρειν τόποις Στράβ. 68, πρβλ. 77· τὰ πρὸς τὴν Λιβύην ἀνταίροντα Πλουτ. Αἰμίλ. 6.

French (Bailly abrégé)

f. ἀνταρῶ, ao. ἀντῆραinf. ἀντᾶραι;
I. tr. lever contre;
II. intr. 1 s’élever en face de;
2 se lever contre, dat. ou πρός et l’acc. résister à;
Moy. ἀνταίρομαι lever contre.
Étymologie: ἀντί, αἴρω.

Spanish (DGE)

• Alolema(s): jón. ἀνταείρω Hdt.3.144
I en sent. hostil
1 levantar contra c. ac. χεῖρας, πόλεμον, etc. y dat. de pers. οὔτε τίς σφι χεῖρας ἀνταείρεται y nadie les hace frente Hdt.3.144, Θασίους οὐδε χεῖρας ἀνταειραμένους κατεστρέψαντο Hdt.6.44, χεῖρας ἐμοὶ ἀνταειρόμενοι Hdt.7.101, οὐδ' ἔτι χεῖρας ἀντῆρεν Δαναῶν παισὶν ἐπερχομένοις AP 7.139, πόλεμον βασιλέϊ ἀνταειρόμενοι Hdt.8.140α, Ῥωμαίοις ... ἀντᾶραι πόλεμον Plb.15.7.8, ἡμῖν ... ὅπλα ἀνταιρόμενοι Th.1.53
c. ac. de igual tipo y prep. c. ac. de pers. ἀντᾶραι ... πρὸς Ἔρωτα μάχην AP 12.147 (Mel.), μὴ ἀντάρῃ ἔθνος ἐπ' ἔθνος ῥομφαίαν para que no levante espada pueblo contra pueblo LXX Mi.4.3
solo c. ac. oponer resistencia χεῖρας ἀνταείρεσθαι Hdt.7.212, χεῖρας ἀνταιρομένους Th.3.32
abs. οἱ ἔνδον οὐκέτ' ἀντῆραν D.C.47.34.6, οἱ δ' Ἄστυρες ... οὐκέτ' ἀντῆραν ἀλλ' εὐθὺς ἐχειρώθησαν D.C.54.5.3.
2 levantarse, rebelarse, oponerse c. dat. de pers. Λακεδαιμονίοις ... ὑπὲρ τῶν Ἑλληνικῶν δικαίων contra los lacedemonios en defensa de los derechos helénicos D.2.24, οὐδενὸς ἀνταιρομένου αὐτῷ Luc.Herm.33, οὐδὲ ἀντάρασθαι τῷ Δάμιδι δυνησόμενος Luc.ITr.34
c. πρός c. ac. πρὸς ἥν (δύναμιν) D.6.5, πρὸς οὕς (πολέμους) D.H.6.48, fig. πρὸς τὴν ἀπορίαν Plu.Pyrrh.15
abs. ὥστε μηδ' ἂν ἕνα αὐτοῖς οἷόν τ' εἶναι μηδ' ἀντᾶραι Pl.Euthd.272a.
II de accidentes geográficos levantarse, elevarse frente a τὰ τῆς Ἰνδικῆς ἄκρα τὰ μεσημβρινώτατα τοῖς κατὰ Μερόην ἀνταίρειν τόποις Str.2.1.2, τὰ νοτιώτατα τῆς Ἰνδικῆς ἀ. τοῖς κατὰ Μερόην Str.2.1.20, de los Alpes πρὸς τὴν Λιβύην Plu.Aem.6, cf. Them.8.
III levantar en respuesta, a su vez πυρσὸν ἆραι κελεύει, καὶ μένειν, ἕως ἂν ἀνταίρωσιν Plb.10.44.10, λαμπτῆρα ... ἀνταίρουσιν οἱ προφύλακες Aen.Tact.26.13, ἀνταίρουσιν· ἀντιλέγουσι Hsch.