δεκατευτήριον

From LSJ

Οὐκ ἔστιν οὐδὲν κτῆμα κάλλιον φίλου → Nulla est amico pulchrior possessio → Als einen Freund gibt's keinen schöneren Besitz

Menander, Monostichoi, 423
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δεκατευτήριον Medium diacritics: δεκατευτήριον Low diacritics: δεκατευτήριον Capitals: ΔΕΚΑΤΕΥΤΗΡΙΟΝ
Transliteration A: dekateutḗrion Transliteration B: dekateutērion Transliteration C: dekateftirion Beta Code: dekateuth/rion

English (LSJ)

τό, office for collection of δεκάτη, custom-house, X.HG1.1.22.

Spanish (DGE)

-ου, τό
oficina para la percepción del diezmo, aduana X.HG 1.1.22, Poll.9.28, Procop.Arc.25.16, Agath.5.12.4, Men.Prot.6.1.324, Sud.

German (Pape)

[Seite 543] τό, das Zollhaus, wo der Zehend eingenommen wird, Xen. Hell. 1, 1, 22; von Seezöllen, vgl. Böckh Staatshaush. I p. 359 ff.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
bureau de perception de la dîme.
Étymologie: δεκατεύω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δεκατευτήριον -ου, τό [δεκατευτής] douanekantoor.

Russian (Dvoretsky)

δεκᾰτευτήριον: τό место взимания десятины (10% стоимости товаров), т. е. таможня Xen.

Greek Monolingual

δεκατευτήριον, το (Α) δεκατεύω
γραφείο για τη συλλογή ή είσπραξη της δεκάτης.

Greek Monotonic

δεκατευτήριον: τό, τόπος στον οποίο πληρώνεται η δεκάτη, τελωνείο, σε Ξεν.

Greek (Liddell-Scott)

δεκατευτήριον: τό, = δεκατηλόγιον, τόπος ἐν ᾧ πληρώνονται τὰ δέκατα, τελωνεῖον, Ξεν. Ἑλλ. 1. 1, 22· πρβλ. B öckh Ath. Staatsh. 2. 31, 41.

Middle Liddell

[from δεκατεύω
the tenths-office, custom-house, Xen.