προσεῷος
From LSJ
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
English (LSJ)
προσεῷον, towards the east, Str.11.8.2.
German (Pape)
[Seite 764] gegen Morgen, von der Tageszeit und der Himmelsgegend, Strab. 11, 8, 2. Vgl. προσηῷος.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
dirigé vers l'orient.
Étymologie: πρός, ἕως.
Greek (Liddell-Scott)
προσεῷος: -ον, ὁ πρὸς ἀνατολάς, Casaub. εἰς Στράβ. 511· πρβλ. Ἰων. προσηῷος.
Greek Monolingual
-ον, Α
στραμμένος προς την ανατολή, ανατολικός («τοὺς δέ προσεῴους τούτων μᾶλλον Μασσαγέτας καὶ Σάκας ὀνομάζουσι», Στράβ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἑῷος (< ἕως «αυγή, ανατολή»)].
Greek Monotonic
προσεῷος: -ον, αυτός που βρίσκεται κοντά στην ανατολή, σε Στράβ.