ἀνακολουθία

From LSJ

Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht

Menander, Monostichoi, 282
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνακολουθία Medium diacritics: ἀνακολουθία Low diacritics: ανακολουθία Capitals: ΑΝΑΚΟΛΟΥΘΙΑ
Transliteration A: anakolouthía Transliteration B: anakolouthia Transliteration C: anakolouthia Beta Code: a)nakolouqi/a

English (LSJ)

ἡ, Rhet., inconsequence, esp. employed with humorous effect, Demetr.Eloc.153; generally, Demetr.Lac.Herc.1012.63, Corn.Rh.p.368 H., Diogenian.Epicur.3.26.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
ret. inconsecuencia de construcción, anacoluto Demetr.Eloc.153, Demetr.Lac.p.45, Corn.Rh.p.368.

German (Pape)

[Seite 193] ἡ, Mangel an Zusammenhang, bes. bei Gramm. Anakoluth, ein Satz, dessen Ende dem Anfang grammatisch nicht entspricht.

Russian (Dvoretsky)

ἀνᾰκολουθία: ἡ грам. = ἀνακόλουθον.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνακολουθία: ἡ, ἔλλειψις ἀκολουθίας, συναφείας, συνεχείας, παρὰ Γραμμ. τὸ ἀνακόλουθον, ἔνθαπρότασις ἄρχεται διά τινος συντάξεως καὶ τελευτᾷ ὡς ἐὰν εἶχεν ἀρχίσῃ δι’ ἑτέρας. Ἴδε Συντ. Ἀσωπίου ἐν τέλει. ― ὁ παρὰ προσδοκίαν καὶ ἄνευ συναφείας ἐκφερόμενος λόγος, Δημ. Φαλ. 153.

Greek Monolingual

η (Α ἀνακολουθία) ἀνακόλουθος
1. έλλειψη ακολουθίας, συνάφειας τών λόγων με τα προηγούμενα, ασυμφωνία, ασυναρτησία
2. ασυνέπεια
3. σχήμα λόγου, το ανακόλουθο (βλ. ανακόλουθος).