ἑκασταχοῦ
Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
English (LSJ)
Adv. everywhere, Th.3.82, Pl.Phdr. 257e, al.
Spanish (DGE)
adv. en cada sitio διαφορῶν οὐσῶν ἑ. τοῖς τε τῶν δήμων προστάταις Th.3.82, οἱ ἂν ἑ. ἐπαινῶσιν αὐτούς Pl.Phdr.257e, τὸ προστυχὸν ἑ. δηλώσει (el desarrollo del discurso) a medida que aparezca en cada sitio (lo) mostrará Pl.Criti.109a, πεπολιτευμέναι δ' αὖ πάσας πολιτείας πολλάκις ἑ. Pl.Lg.676c
•dep. de part. o adj. οἱ ἑ. ἄρχοντες Th.5.20, οἱ ἑ. παραταξάμενοι Anon.Hist. en Aeg.52.1972.106, οἱ ἑ. πολιτεύομενοι IMylasa 613.8 (V d.C.), (νοῦς) ἑ. πλήρης Plot.3.2.16, tb. adnom. προκαλέσασθαι τοὺς ἑ. κτήτοράς τε καὶ γεωργούς PBeatty Panop.2.225 (III d.C.), ἀφ' ἑ. τόπου PMasp.151.41 (VI d.C.)
•c. verb. de mov. por todas partes ἑ. διαπέμπων τοὺς ἡγεμόνας Plu.Mar.20.
German (Pape)
[Seite 751] überall; Thuc. 3, 82; Plat. Phaedr. 257 e u. Sp.
French (Bailly abrégé)
adv.
c. ἑκασταχόθι.
Étymologie: ἕκαστος, -αχοῦ.
Russian (Dvoretsky)
ἑκαστᾰχοῦ: Thuc., Plat., Plut. = ἑκαστοχόθι.
Greek (Liddell-Scott)
ἑκασταχοῦ: ἐπίρρ., πανταχοῦ, Θουκ. 3. 82, Πλάτ. Φαῖδρ. 257Ε, κ. ἀλλ.
Greek Monolingual
ἑκασταχοῦ (AM)
επίρρ.
1. σε κάθε τόπο, παντού, οπουδήποτε
2. κατά διαστήματα, που και που, εδώ κι εκεί.
Greek Monotonic
ἑκασταχοῦ: (ἕκαστος), επίρρ., παντού, σε Θουκ. κ.λπ.
Middle Liddell
ἕκαστος
adv. everywhere, Thuc., etc.
English (Woodhouse)
Lexicon Thucydideum
ubique, everywhere, 3.82.1, 5.20.2.