ὁκοδαπός

From LSJ

Ζευχθεὶς γάμοισιν οὐκέτ' ἔστ' ἐλεύθερος → Haud liber ultra est, nuptiae quem vinciunt → Wer durch der Ehe Joch vereint, ist nicht mehr frei

Menander, Monostichoi, 197
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὁκοδαπός Medium diacritics: ὁκοδαπός Low diacritics: οκοδαπός Capitals: ΟΚΟΔΑΠΟΣ
Transliteration A: hokodapós Transliteration B: hokodapos Transliteration C: okodapos Beta Code: o(kodapo/s

English (LSJ)

ὁκόθεν, ὁκοῖος, ὁκόσος, ὁκότε, ὁκότερος, ὅκου, Ion. for ὁποδαπός, etc.

French (Bailly abrégé)

ion. c. ὁποδαπός.

Greek (Liddell-Scott)

ὁκοδαπός: ὁκόθεν, ὁκοῖος, ὁκόσος, ὁκότε, ὁκότερος, ὅκου, παρὰ τοῖς Ἴωσι πεζογράφοις ἀντὶ ὁποδαπός, ὁπόθεν, ὁποῖος, ὁπόσος, ὁπότε, ὁπότερος, ὅπου.

Greek Monolingual

ὁκοδαπός, -ή, -όν (Α)
ιων. τ. βλ. οποδαπός.

Greek Monotonic

ὁκοδαπός: ὁκόθεν, ὁκοῖος, ὁκόσος, ὁκότε, ὁκότερος, ὅκου, Ιων. αντί ὁπ-.