μεγαλομοιρία
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
English (LSJ)
ἡ, magnificence, Aristeas 21 (dub.).
German (Pape)
[Seite 106] ἡ, = μεγαλομέρεια, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
μεγᾰλομοιρία: ἡ, μεγαλοπρέπεια, Ἀριστέας.
Greek Monolingual
μεγαλομοιρία, ἡ (Α)
η μεγαλοπρέπεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλόμοιρος].
Translations
magnificence
Catalan: magnificència; Finnish: suurenmoisuus; Greek: λαμπρότητα, μεγαλείο, μεγαλοπρέπεια; Ancient Greek: ἀγλαΐα, ἀγλαΐη, διαπρέπεια, δόξα, δόξις, λαμπρότης, μεγαλειότης, μεγαλοεργία, μεγαλομοιρία, μεγαλοπραγμοσύνη, μεγαλοπρέπεια, μεγαλοπρεπείη, μεγαλοψυχία, παράστασις, περιφάνεια, σεμνότης, τὸ διαπρεπές, τὸ σεμνόν, ὑπερφύεια, φιλοτίμημα Latin: magnificentia; Malayalam: ഉജ്ജ്വലത; Maori: marutunatanga; Middle English: deynte; Portuguese: magnificência; Spanish: magnificencia