περιμυκάομαι
δός μοι πᾷ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινήσω → give me a place to stand and I will move the earth, give me a place to stand and I'll move the earth, give me the place to stand and I shall move the earth, give me a place to stand and with a lever I will move the whole world, give me a firm spot to stand and I will move the world, give me a lever and a place to stand and I will move the earth, give me a fulcrum and I shall move the world
English (LSJ)
roar round, τινα Plu.Crass.26; cf. περιμηκάομαι.
German (Pape)
[Seite 583] (s. μυκάομαι), rings umbrüllen; τύμπ ανα περιεμυκᾶτο τοὺς Ῥωμαίους, Plut. Crass. 26; περιμυκήσωνται, Orph. lith. 207.
French (Bailly abrégé)
-ῶμαι;
mugir ou gronder autour de, acc..
Étymologie: περί, μυκάομαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περι-μυκάομαι om... heen brullen.
Russian (Dvoretsky)
περιμῡκάομαι: реветь, гудеть вокруг (πολλὰ τῶν τυμπάνων περιεμυκᾶτο τοὺς Ῥωμαίους Plut.).
Greek Monotonic
περιμῡκάομαι: αποθ., βρυχώμαι ολόγυρα, τινα, σε Πλούτ.
Greek (Liddell-Scott)
περιμῠκάομαι: ἀποθ., μυκῶμαι, ἠχῶ ὁλόγυρα, πολλὰ τῶν τυμπάνων αὖθις περιεμυκᾶτο τοὺς Ρωμαίους Πλουτ. Κράσσ. 26.