τοτέ: Difference between revisions

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source
(4b)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{elru
{{elru
|elrutext='''τοτέ:''' adv. иногда, подчас: τ. μὲν …, τ. δέ, τ. μὲν …, [[ἄλλοτε]] (δέ), τ. μὲν … [[αὖθις]] δέ Hom., Trag., Plat. иногда …, иногда, то …, то.
|elrutext='''τοτέ:''' adv. иногда, подчас: τ. μὲν …, τ. δέ, τ. μὲν …, [[ἄλλοτε]] (δέ), τ. μὲν … [[αὖθις]] δέ Hom., Trag., Plat. иногда …, иногда, то …, то.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />at times, now and then, [[τοτὲ]] μὲν . . , [[τοτὲ]] δὲ . . , at one [[time]] . . , at [[another]] . . , Od., Aesch., etc.; τοτ' [[ἄλλος]], [[ἄλλοθ']] [[ἅτερος]] Soph.; [[τοτὲ]] μὲν . . , [[αὖθις]] δὲ . . , Plat.
}}
}}

Revision as of 01:57, 10 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τοτέ Medium diacritics: τοτέ Low diacritics: τοτέ Capitals: ΤΟΤΕ
Transliteration A: toté Transliteration B: tote Transliteration C: tote Beta Code: tote/

English (LSJ)

(with changed accent, cf. ὅτε, ὁτέ), Adv.

   A at times, now and then, in answering clauses, τοτὲ μὲν... τοτὲ δὲ . . (much like ποτὲ μὲν, ποτὲ δὲ . . ) at one time... at another... Od.24.447, A.Ag. 100 (anap.), S.OC1745 (lyr.), Ar.Eq.540 (anap.), Pl.Plt.270a, al.; τόκα μὲν... τόκα δέ (Dor. parox.) Pi.N.6.10; τότ' ἄλλος, ἄλλοθ' ἅτερος S.El.739; τ. μὲν... ἄλλοτε δὲ . . Pl.Phdr.237e, Poet. ap. X.Mem.1.2.20; τ. μὲν... αὖθις δὲ . . Pl.Grg.491b, etc.; τ. μὲν δίκαιον, ὅταν δὲ βούληται, ἄδικον Id.Phdr.261d, cf. A.Ch.412 (lyr.):—τοτὲ μέν in the first clause is sts. omitted, Il.11.63, Pl.Phd.116a, Tht.192d.

German (Pape)

[Seite 1132] adv., einmal, zuweilen, dann u. wann; gew. paarweise zu Anfang zweier einander entsprechender Sätze, τοτὲ μέν – τοτὲ δέ, bald – bald, Od. 24, 447 ff.; τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει, τοτὲ δ' ἐκ θυσιῶν ἀγανὰ φαίνουσα, Aesch. Ag. 100; auch τοτὲ μέν – ὅταν δέ, Ch. 406; τοτὲ μὲν πέρα – τοτὲ δ' ὕπερθεν, Soph. O. C. 1742; Ar. Ran. 290; Xen. Cyr. 7, 1, 10 An. 5, 9, 9; Plat. Prot. 352 b Gorg. 499 c u. öfter; τοτὲ μέν – ἄλλοτε δέ, Phaedr. 237 e; – αὖθις δέ, Gorg. 491 c; ἔστι δὲ ὅτε, Phaedr. 237 e; τοτὲ μὲν δίκαιον, ὅταν δὲ βούληται, ἄδικον, 261 c; Folgde; τοτὲ μέν – ἔστι δ' ὅτε, Pol. 3, 17, 8.

French (Bailly abrégé)

adv.
quelquefois : τοτὲ μὲν… τοτὲ δέ tantôt… tantôt ; τοτὲ… ἄλλοτε m. sign.
Étymologie: τότε, avec chang. d’accent.

English (Autenrieth)

sometimes; τοτὲ μὲν.. τοτὲ δέ, ‘now.. then,’ Od. 24.447 f.; standing alone, at another time, anon, Il. 11.63.

English (Slater)

τοτέ τοτέ τοτέ,
   1 at one time, at another (θεόν) ὃς ἀνέχει τοτὲ μὲν τὰ κείνων, τότ' αὖθ ἑτέροις ἔδωκεν μέγα κῦδος (P. 2.89)

Greek Monolingual

Α
επίρρ. ενίοτε, μερικές φορές, άλλοτε μεν άλλοτε δε («ἡ vῡv τοτὲ μὲν κακόφρων τελέθει, τοτὲ δ' ἐκ θυσιῶν ἀγανὴ σαίνουσα», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τότε με καταβιβασμό του τόνου].

Greek Monotonic

τοτέ: (με διαφορετική προφορά), επίρρ., κατά καιρούς, κάπου κάπου, τοτὲ μέν..., τοτὲ δέ..., άλλοτε μεν..., άλλοτε δε..., σε Ομήρ. Οδ., Αισχύλ. κ.λπ.· τότ' ἄλλος, ἄλλοθ' ἅτερος, σε Σοφ.· τοτὲ μέν..., αὖθις δέ..., σε Πλάτ.

Russian (Dvoretsky)

τοτέ: adv. иногда, подчас: τ. μὲν …, τ. δέ, τ. μὲν …, ἄλλοτε (δέ), τ. μὲν … αὖθις δέ Hom., Trag., Plat. иногда …, иногда, то …, то.

Middle Liddell


at times, now and then, τοτὲ μὲν . . , τοτὲ δὲ . . , at one time . . , at another . . , Od., Aesch., etc.; τοτ' ἄλλος, ἄλλοθ' ἅτερος Soph.; τοτὲ μὲν . . , αὖθις δὲ . . , Plat.