κρυστάλλινος: Difference between revisions
μεγάλα ὠφελήσεσθε πρὸς ἱστορίαν τῶν κοινῶν → that will be of great benefit to you in order to understand public affairs
(1ba) |
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=krystallinos | |Transliteration C=krystallinos | ||
|Beta Code=krusta/llinos | |Beta Code=krusta/llinos | ||
|Definition=η, ον, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=η, ον, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[icy]], χεῖρες <span class="bibl">Hp.<span class="title">Epid.</span>7.25</span>. </span><span class="sense"> <span class="bld">II</span> <b class="b2">of crystal</b>, κύλιξ <span class="bibl">D.C.54.23</span>; νίπτρα <span class="title">AP</span>9.330 (Nicarch.).</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 16:35, 28 June 2020
English (LSJ)
η, ον,
A icy, χεῖρες Hp.Epid.7.25. II of crystal, κύλιξ D.C.54.23; νίπτρα AP9.330 (Nicarch.).
German (Pape)
[Seite 1516] von Krystall, hell u. rein, durchsichtig; νίπτρα Νυμ φᾶν Nicarch. 8 (IX, 330); κύλιξ D. Cass. 54, 23.
Greek (Liddell-Scott)
κρυστάλλῐνος: -η, -ον, ἐκ τοῦ κρυστάλλου, «κρουσταλλένιος», κύλιξ Δίων Κ. 54· 23· νίπτρα Ἀνθ. Π. 9. 330.
French (Bailly abrégé)
η, ον :
de cristal.
Étymologie: κρύσταλλος.
Greek Monolingual
-η, -ο (AM κρυστάλλινος, -ίνη, -ον)
αυτός που αποτελείται ή είναι φτιαγμένος από κρύσταλλο (α. «κρυστάλλινο ποτήρι» β. «κύλικα κρυσταλλίνην», Δίων Κάσσ.)
νεοελλ.
φρ. «κρυστάλλινος φακός» — κρυσταλλοειδής φακός
νεοελλ.-μσν.
1. αυτός που μοιάζει με κρύσταλλο, κρυσταλλένιος
2. διαφανής, διαυγής («έχει κρυστάλλινη σκέψη»)
αρχ.
παγετώδης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρύσταλλος + κατάλ. -ινος (πρβλ. γυάλ-ινος, ξύλ-ινος)].
Greek Monotonic
κρυστάλλῐνος: -η, -ον, από κρύσταλλα, κρυστάλλινος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
κρυστάλλῐνος: кристальный, подобный кристаллу (δελτάρια Plut.; νίπτρα Νυμφᾶν Anth.).
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κρυστάλλινος -η -ον [κρύσταλλος] van ijs, ijzig; Hp.; kristallen.
Middle Liddell
κρυστάλλῐνος, η, ον
of crystal, crystalline, Anth.