κατεξανάστασις: Difference between revisions
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
(20) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kateksanastasis | |Transliteration C=kateksanastasis | ||
|Beta Code=katecana/stasis | |Beta Code=katecana/stasis | ||
|Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> | |Definition=εως, ἡ, <span class="sense"><p> <span class="bld">A</span> [[rebellion against]], [[resistance to]], τινος Longin. 7.3; δόξης καὶ πλούτου <span class="bibl">Iamb.<span class="title">VP</span>16.69</span>.</span> | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 16:19, 1 July 2020
English (LSJ)
εως, ἡ,
A rebellion against, resistance to, τινος Longin. 7.3; δόξης καὶ πλούτου Iamb.VP16.69.
German (Pape)
[Seite 1395] ἡ, das Aufstehen wider Einen, die Empörung, Widersetzlichkeit; Longin. de sublim. 7, 3; Iambl. V. P. c. 16 neben καταφρόνησις.
Greek (Liddell-Scott)
κατεξανάστᾰσις: -εως, ἡ, ἡ κατά τινος ἐξέγερσις, ἀντίστασις, Λογγῖν. 7. 3· τινός, εἴς τι πρᾶγμα, δόξης καὶ πλούτου καταφρόνησίν τε καὶ κ. Ἰάμβλ. ἐν Βίῳ Πυθ. 69 καὶ 188.
Greek Monolingual
κατεξανάστασις, -άσεως, ἡ (Α) κατεξανίσταμαι
1. εκδήλωση αντίστασης ή αντίδρασης εναντίον κάποιου, εξέγερση εναντίον κάποιου, σύγκρουση με κάποιον
2. περιφρόνηση, έλλειψη εκτίμησης ενός πράγματος.