ἀμουσία: Difference between revisions
Δίκαιον εὖ πράττοντα μεμνῆσθαι θεοῦ → Die tuenda memoria in rebus bonis → Wenn es dir gut geht, denk an Gott, dies ist gerecht
(CSV import) |
|||
Line 33: | Line 33: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[from [[ἄμουσος]]<br /><b class="num">I.</b> [[want]] of [[refinement]], [[rudeness]], [[grossness]], Eur., Plat.<br /><b class="num">II.</b> [[want]] of [[harmony]], Eur. | |mdlsjtxt=[from [[ἄμουσος]]<br /><b class="num">I.</b> [[want]] of [[refinement]], [[rudeness]], [[grossness]], Eur., Plat.<br /><b class="num">II.</b> [[want]] of [[harmony]], Eur. | ||
}} | |||
{{WoodhouseReversedUncategorized | |||
|woodrun=[[boorishness]], [[ignorance]], [[want of education]], [[want of refinement]] | |||
}} | }} |
Revision as of 14:59, 4 July 2020
English (LSJ)
ἡ,
A want of education, taste or refinement, rudeness, E.Fr. 1020, etc., cf. Chor.Zach.Dial.2; joined with ἀπειροκαλία, Pl.R. 403c. II want of harmony, E.HF676.
German (Pape)
[Seite 128] ἡ, Mangel an seiner Bildung, Geschmacklosigkeit, Plat. mit ἀπειροκαλία vrbdn, Rep. III, 403 c. Unwissenheit, Clit. 407 c; Legg. III, 691 a; Eul. H. far. 676; Plut. u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμουσία: ἡ, ὁ χαρακτὴρ τοῦ ἀμούσου, ἔλλειψις παιδείας, ἀπαιδευσία, ἔλλειψις μορφώσεως, ἀπειροκαλία, τραχύτης, ἀγροικία, Εὐρ. Ἀποσπ. 1020, Πλάτ., κτλ.: ἐν συνδυασμῷ μετὰ τοῦ ἀπειροκαλία Πλάτ. Πολ. 403C. ΙΙ. ἔλλειψις ἁρμονίας, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 676. - Πρβλ. ὑομουσία.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
1 ignorance, grossièreté;
2 dissonance.
Étymologie: ἄμουσος.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
I 1falta de la compañía de las Musas, de poesía E.HF 676, Callisth.Olynth.5.2.
2 incultura, falta de gusto o refinamiento τό σκαιὸν εἶναι πρῶτ' ἀμουσίαν ἔχει E.Fr.1033, cf. Lobo Argiuus en D.L.1.91, Pl.Alc.7120b, R.403c, Plu.2.7b, Varro Sat.Men.350
•c. inf. ἀμουσία τοι μηδ' ἐπ' οἰκτροῖσιν δάκρυ στάζειν E.Fr.407, cf. Pl.Ly.206b
•c. gen. ἀ. ἤθους Ph.1.484.
II 1falta de armonía op. εὐμουσία: κινεῖ δὲ ἡμᾶς ἡ εὐμουσία, ἐνοχλεῖ δὲ ἡ ἀ. Placit.4.20.2
•personif. ὁ μὲν γὰρ υἱὸς ἦν Μούσης, οἱ δὲ ἐκ τῆς Ἀμουσίας αὐτῆς γεγόνασι D.Chr.32.61.
2 desconocimiento de la música ἡ μουσικὴ καὶ ἡ ἀ. Arist.GC 319b27, cf. Plot.5.8.1, Plu.2.711c, Ph.1.502.
Greek Monolingual
η (Α ἀμουσία) ἄμουσος
νεοελλ.
έλλειψη μουσικού αισθήματος, αφιλομουσία
αρχ.
1. έλλειψη παιδείας, καλλιέργειας, απαιδευσία, αμορφωσιά
2. έλλειψη μουσικής αρμονίας.
Greek Monotonic
ἀμουσία: ἡ,
I. έλλειψη λεπτότητας, τραχύτητα, αγριότητα, σε Ευρ., Πλάτ.
II. έλλειψη αρμονίας, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
ἀμουσία: ἡ необразованность, невежественность, некультурность, тж. безвкусица, грубость Plat., Eur., Plut.
Middle Liddell
[from ἄμουσος
I. want of refinement, rudeness, grossness, Eur., Plat.
II. want of harmony, Eur.
English (Woodhouse)
boorishness, ignorance, want of education, want of refinement