εφαρμογή: Difference between revisions
ὥσπερ γὰρ ζώου τῶν ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν ἀχρειοῦται τὸ ὅλον, οὕτως ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης τῆς ἀληθείας τὸ καταλειπόμενον αὐτῆς ἀνωφελὲς γίνεται διήγημα → for just as a living creature which has lost its eyesight is wholly incapacitated, so if history is stripped of her truth all that is left is but an idle tale | for, just as closed eyes make the rest of an animal useless, what is left from a history blind to the truth is just a pointless tale
(15) |
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η (Α [[ἐφαρμογή]]) [[εφαρμόζω]]<br />[[προσαρμογή]], [[συναρμογή]], [[ακριβής]] [[τοποθέτηση]] κάποιου σώματος ή αντικειμένου [[πάνω]] σε ένα [[άλλο]] («ὁ κανὼν ἀπευθύνει τὰ λοιπὰ τῇ πρὸς αὐτὸν ἐφαρμογῇ και παραθέσει συνεξομοιῶν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[εκτέλεση]] στην [[πράξη]], [[πραγματοποίηση]], [[ιδίως]] κάποιας θεωρίας ή κάποιου σχεδίου («η [[ιδέα]] σου δεν βρίσκει [[εφαρμογή]]»)<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> <b>φρ.</b> «[[σημείο]] εφαρμογής» — το [[σημείο]] στο οποίο εκδηλώνεται [[αμέσως]] η [[ενέργεια]] μιας δύναμης<br /><b>3.</b> <b>στρ.</b> «[[σχολή]] εφαρμογής πεζικού, πυροβολικού» κ.λπ.<br />παλαιότερα, στρατιωτική [[σχολή]] θεωρητικής και [[κυρίως]] πρακτικής εκπαίδευσης κατώτερων αξιωματικών του πεζικού, πυροβολικού κ.λπ.<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[συμφωνία]], [[σύμπτωση]] («ἐφαρμογὴ τῶν προλήψεων | |mltxt=η (Α [[ἐφαρμογή]]) [[εφαρμόζω]]<br />[[προσαρμογή]], [[συναρμογή]], [[ακριβής]] [[τοποθέτηση]] κάποιου σώματος ή αντικειμένου [[πάνω]] σε ένα [[άλλο]] («ὁ κανὼν ἀπευθύνει τὰ λοιπὰ τῇ πρὸς αὐτὸν ἐφαρμογῇ και παραθέσει συνεξομοιῶν», <b>Πλούτ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> [[εκτέλεση]] στην [[πράξη]], [[πραγματοποίηση]], [[ιδίως]] κάποιας θεωρίας ή κάποιου σχεδίου («η [[ιδέα]] σου δεν βρίσκει [[εφαρμογή]]»)<br /><b>2.</b> <b>φυσ.</b> <b>φρ.</b> «[[σημείο]] εφαρμογής» — το [[σημείο]] στο οποίο εκδηλώνεται [[αμέσως]] η [[ενέργεια]] μιας δύναμης<br /><b>3.</b> <b>στρ.</b> «[[σχολή]] εφαρμογής πεζικού, πυροβολικού» κ.λπ.<br />παλαιότερα, στρατιωτική [[σχολή]] θεωρητικής και [[κυρίως]] πρακτικής εκπαίδευσης κατώτερων αξιωματικών του πεζικού, πυροβολικού κ.λπ.<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[συμφωνία]], [[σύμπτωση]] («ἐφαρμογὴ τῶν προλήψεων ταῖς οὐσίαις», Αρρ.)<br /><b>2.</b> [[σύμπτωση]] γνωμών<br /><b>3.</b> [[ένωση]], [[συνταύτιση]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 08:50, 27 March 2021
Greek Monolingual
η (Α ἐφαρμογή) εφαρμόζω
προσαρμογή, συναρμογή, ακριβής τοποθέτηση κάποιου σώματος ή αντικειμένου πάνω σε ένα άλλο («ὁ κανὼν ἀπευθύνει τὰ λοιπὰ τῇ πρὸς αὐτὸν ἐφαρμογῇ και παραθέσει συνεξομοιῶν», Πλούτ.)
νεοελλ.
1. μτφ. εκτέλεση στην πράξη, πραγματοποίηση, ιδίως κάποιας θεωρίας ή κάποιου σχεδίου («η ιδέα σου δεν βρίσκει εφαρμογή»)
2. φυσ. φρ. «σημείο εφαρμογής» — το σημείο στο οποίο εκδηλώνεται αμέσως η ενέργεια μιας δύναμης
3. στρ. «σχολή εφαρμογής πεζικού, πυροβολικού» κ.λπ.
παλαιότερα, στρατιωτική σχολή θεωρητικής και κυρίως πρακτικής εκπαίδευσης κατώτερων αξιωματικών του πεζικού, πυροβολικού κ.λπ.
αρχ.
1. συμφωνία, σύμπτωση («ἐφαρμογὴ τῶν προλήψεων ταῖς οὐσίαις», Αρρ.)
2. σύμπτωση γνωμών
3. ένωση, συνταύτιση.