προσχαρίζομαι: Difference between revisions

From LSJ

Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιονὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking

Plutarch, Advice about Keeping Well, section 24
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "ταῑς " to "ταῖς ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br />[[κάνω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου<br />/ <b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χαρίζω]] [[κάτι]] σε κάποιον ή [[ικανοποιώ]] κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῑς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδέχομαι]] την [[αλήθεια]] κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> [[δωρίζω]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] σε κάποιον<br /><b>4.</b> [[θυσιάζω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χαρίζομαι]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρις]])].
|mltxt=ΜΑ<br />[[κάνω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου<br />/ <b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[χαρίζω]] [[κάτι]] σε κάποιον ή [[ικανοποιώ]] κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», <b>Ξεν.</b>)<br /><b>2.</b> [[αποδέχομαι]] την [[αλήθεια]] κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», <b>Στράβ.</b>)<br /><b>3.</b> [[δωρίζω]] [[κάτι]] επί [[πλέον]] σε κάποιον<br /><b>4.</b> [[θυσιάζω]] [[κάτι]] για [[χάρη]] κάποιου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προσ</i>- <span style="color: red;">+</span> [[χαρίζομαι]] (<span style="color: red;"><</span> [[χάρις]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 09:05, 27 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσχᾰρίζομαι Medium diacritics: προσχαρίζομαι Low diacritics: προσχαρίζομαι Capitals: ΠΡΟΣΧΑΡΙΖΟΜΑΙ
Transliteration A: proscharízomai Transliteration B: proscharizomai Transliteration C: proscharizomai Beta Code: prosxari/zomai

English (LSJ)

A gratify or satisfy, τῇ γαστρί X.Oec.13.9; stretch a point in one's favour, BGU1141.30 (i B.C.), Luc.DMeretr.9.5; concede the truth of, τοῖς Θετταλοῖς μυθώδεις λόγους Str.7.7.12. II gratify besides, Ath.Naucr. ap. Ath.5.211b. III sacrifice something for the sake of something, τῶν πτερυγωμάτων τι τῇ μήτρᾳ Sor. 2.89.

German (Pape)

[Seite 789] dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5. dep. med., zu Gefallen thun, willfahren; τῇ γαστρί, Xen. Oec. 13, 9; Sp., τί τινι, Luc. D. Meretr. 9, 5.

Greek (Liddell-Scott)

προσχᾰρίζομαι: ἀποθ., χαρίζομαι προσέτι, τῇ γαστρὶ Ξεν. Οικ. 3. 9· τινί τι, δωροῦμαι προσέτι, Στράβ. 329, Λουκ. Ἑταιρ. Διάλογ. 9. 5, Ἀθήν. 211, κτλ.

French (Bailly abrégé)

complaire à, τινι.
Étymologie: πρός, χαρίζομαι.

Greek Monolingual

ΜΑ
κάνω κάτι για χάρη κάποιου
/ αρχ.
1. χαρίζω κάτι σε κάποιον ή ικανοποιώ κάποιον («τῇ... γαστρὶ αὐτῶν ἐπὶ ταῖς ἐπιθυμίαις προσχαριζόμενος», Ξεν.)
2. αποδέχομαι την αλήθεια κάποιου («Θετταλοῑς μυθώδεις λόγους προσχαριζόμενος... φησίν», Στράβ.)
3. δωρίζω κάτι επί πλέον σε κάποιον
4. θυσιάζω κάτι για χάρη κάποιου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + χαρίζομαι (< χάρις)].

Greek Monotonic

προσχᾰρίζομαι: αποθ., κάνω για χάρη κάποιου, τινί, σε Ξεν.· τινί τι, δωρίζω επιπλέον, σε Στράβ.

Russian (Dvoretsky)

προσχαρίζομαι: угождать (τῇ γαστρί Xen.): π. τινί τι Luc. исполнять чье-л. желание.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσ-χᾰρίζομαι tevreden stellen.

Middle Liddell


Dep. to gratify or satisfy besides, τινί Xen.; τινί τι to give freely besides, Strab.