ἡμιθανής: Difference between revisions
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ές (AM [[ἡμιθανής]], -ές)<br />αυτός που βρίσκεται [[μεταξύ]] ζωής και θανάτου, σε [[κώμα]], [[μισοπεθαμένος]], [[σχεδόν]] [[νεκρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θνήσκω]]) | |mltxt=-ές (AM [[ἡμιθανής]], -ές)<br />αυτός που βρίσκεται [[μεταξύ]] ζωής και θανάτου, σε [[κώμα]], [[μισοπεθαμένος]], [[σχεδόν]] [[νεκρός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ημι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>θανής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θνήσκω]]) [[πρβλ]]. <i>αρτι</i>-<i>θανής</i>]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 16:15, 23 August 2021
English (LSJ)
ές, A half-dead, Str.2.3.4, LXX 4 Ma.4.11, Ev.Luc.10.30, AP11.392 (Lucill.), PAmh.2.141.13 (iv A.D.).
German (Pape)
[Seite 1168] ές, halb todt; Strab. II, 98; Lucill. 66 (XI, 392) u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἡμιθᾰνής: -ές, κατὰ τὸ ἥμισυ νεκρός, «᾿μισοπεθαμμένος», Στράβ. 98, Ἀνθ. Π. 11. 392· πρβλ. ἡμιθνής.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
à demi-mort.
Étymologie: ἡμι-, θνῄσκω.
English (Strong)
from a presumed compound of the base of ἥμισυ and θνήσκω; half dead, i.e. entirely exhausted: half dead.
English (Thayer)
ἡμιθανες (from ἠμί half, and θνῄσκω, 2nd aorist ἔθανον), half dead: Dionysius Halicarnassus 10,7); Diodorus 12,62; Strabo 2, p. 98; Anthol. 11,392, 4; (4 Maccabees 4:11); others.)
Greek Monolingual
-ές (AM ἡμιθανής, -ές)
αυτός που βρίσκεται μεταξύ ζωής και θανάτου, σε κώμα, μισοπεθαμένος, σχεδόν νεκρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + -θανής (< θνήσκω) πρβλ. αρτι-θανής].
Greek Monotonic
ἡμιθᾰνής: -ές (θνῄσκω), μισοπεθαμένος, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
ἡμῐθᾰνής: полумертвый NT, Anth.
Middle Liddell
ἡμι-θᾰνής, ές θνήσκω
half-dead, Anth.
Chinese
原文音譯:¹miqan»j 赫米-他尼士
詞類次數:形容詞(1)
原文字根:半-死的
字義溯源:半死的,全然疲乏的;由(ἥμισυς)*=半)與(θνῄσκω)*=死)組成
出現次數:總共(1);路(1)
譯字彙編:
1) 半死(1) 路10:30