ἀλαλαί: Difference between revisions

From LSJ

Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid

Menander, Monostichoi, 471
mNo edit summary
mNo edit summary
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=ἀλᾰλαί
|Full diacritics=ᾰ̓λᾰλαί
|Medium diacritics=ἀλαλαί
|Medium diacritics=ἀλαλαί
|Low diacritics=αλαλαί
|Low diacritics=αλαλαί

Revision as of 07:52, 2 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ᾰ̓λᾰλαί Medium diacritics: ἀλαλαί Low diacritics: αλαλαί Capitals: ΑΛΑΛΑΙ
Transliteration A: alalaí Transliteration B: alalai Transliteration C: alalai Beta Code: a)lalai/

English (LSJ)

or ἀλαλαλαί [ᾰλ], hurrah, hooray, exclamation of joy, in formula ἀλαλαὶ ἰὴ παιών Ar.Av.1763, Lys.1291.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλᾰλαί: [ᾰ], ἐπιφώνημα χαρᾶς, ἐν τῇ φράσει: ἀλαλαί ἰὴ παιήων, Ἀριστοφ. Ὄρ. 1763, Λυσ. 1291, καὶ ἐκ διορθώσεως ἐν Ὄρ. 953, ἀντὶ ἀλαλάν· πλεῖσται ἐκδόσεις ἔχουσιν ἀλαλαλαὶ ἐπὶ τῇ βάσει ἄλλων κωδίκων· ὑπάρχουσι καὶ γραφαί: ἀλλαλαί, ἀλλαλή.

Spanish (DGE)

(ἀλᾰλαί)
• Prosodia: [ᾰ-]
1 alalai grito de triunfo ἀλαλαὶ ἰὴ παιών Ar.Au.1763, Lys.1291
o de júbilo, Ar.Au.951.
2 alalai grito de dolor, de donde desgracia, catástrofe Ἀδελφέ, οὐαὶ καὶ ἀλαλαὶ τῷ γένει ἡμῶν Bars.Resp.600.45.
• Etimología: Onomat.

Greek Monolingual

ἀλαλάι, το (Μ)
αλαλαγμός, θόρυβος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλαλάγιον, υποκορ. του αρχ. ουσιαστ. ἀλαλαγή. Για τον σχηματισμό της λ. ἀλαλάι πρβλ. και ἀγωγή > ἀγώγιον > ἀγώγι και ἀγώι, ἀλαγή > ἀλλάγιον > ἀλλάι, βασταγή > βαστάγιον > βαστάγι και βαστάι, καθώς και τα: καταφυγὴ > καταφύγιον, καταγωγὴ > καταγώγιον.
ἀλαλαὶ και ἀλαλαλαὶ (Α)
1. επιφώνημα χαράς.
2. ως ουσ. βλ. ἀλαλά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του επιφωνήματος ἀλαλά].

Greek Monotonic

ἀλᾰλαί ή ἀλαλαλαί: [ᾰλ], επιφών. χαράς, σε Αριστοφ.

Middle Liddell

exclamation of joy, Ar.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

ἀλαλαί en ἀλαλαλαί, onomat., interj., uitroep van blijdschap, vergelijkbaar met ons hoera! of olé!.