celebrar: Difference between revisions
From LSJ
εἰ μὴ ἦλθον καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον → if I had not come and spoken to them, they would not be guilty of sin
(1) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[γεραίρω]], [[γανάω]], [[διευφημέω]], [[ἀγυρίζω]], [[ἀνυμνέω]], [[εἰλαπινάζω]], [[ἀποπληρόω]], [[διεξάγω]], [[γιγνώσκω]], [[αἰνέω]], [[ἐκτελέω]], [[ἀποπεραίνω]], [[διαφημίζω]], [[γηρύω]], [[ἀπαρτίζω]], [[βοάω]], [[ἐκβοάω]], [[δημόομαι]], [[δράω]], [[γανόω]], [[ | |sltx=[[γεραίρω]], [[γανάω]], [[διευφημέω]], [[ἀγυρίζω]], [[ἀνυμνέω]], [[εἰλαπινάζω]], [[ἀποπληρόω]], [[διεξάγω]], [[γιγνώσκω]], [[αἰνέω]], [[ἐκτελέω]], [[ἀποπεραίνω]], [[διαφημίζω]], [[γηρύω]], [[ἀπαρτίζω]], [[βοάω]], [[ἐκβοάω]], [[δημόομαι]], [[δράω]], [[γανόω]], [[ἔντιμον ποιεῖν]], [[διαγγέλλω]], [[βαστάζω]], [[ἄγω]], [[ἀνάγω]], [[διατελέω]], [[ἀλεγύνω]], [[ἐνδατέομαι]], [[διακηρύσσω]], [[ἀφοσιόω]], [[ἐκθύω]], [[ἐνυφαίνω]], [[ἀγάλλω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 13:33, 18 August 2022
Spanish > Greek
γεραίρω, γανάω, διευφημέω, ἀγυρίζω, ἀνυμνέω, εἰλαπινάζω, ἀποπληρόω, διεξάγω, γιγνώσκω, αἰνέω, ἐκτελέω, ἀποπεραίνω, διαφημίζω, γηρύω, ἀπαρτίζω, βοάω, ἐκβοάω, δημόομαι, δράω, γανόω, ἔντιμον ποιεῖν, διαγγέλλω, βαστάζω, ἄγω, ἀνάγω, διατελέω, ἀλεγύνω, ἐνδατέομαι, διακηρύσσω, ἀφοσιόω, ἐκθύω, ἐνυφαίνω, ἀγάλλω