ἀναγραφή: Difference between revisions
ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσετε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ → bear each other's burdens, and in that way fulfill the anointed King's Law (Galatians 6:2)
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0184.png Seite 184]] ἡ, das Aufgeschriebene, das Buch, περὶ τῆς οὐσίας Plat. Legg. VIII, 850 a; Lys. 30, 17; das Verzeichniß, z. B. ἡ τῶν Πυθιονικῶν ἀν. Plut. Sol. 11, u. so öfter in Büchertiteln; αἱ ἀναγραφαί, Akten, δημόσιαι Pol. 1 2. 11, öfter; bes. die Aufzeichnung eines De Krets auf Stein von Staats wegen, Inscr.; vgl. Plut. X. oratt. a. E. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0184.png Seite 184]] ἡ, das Aufgeschriebene, das Buch, περὶ τῆς οὐσίας Plat. Legg. VIII, 850 a; Lys. 30, 17; das Verzeichniß, z. B. ἡ τῶν Πυθιονικῶν ἀν. Plut. Sol. 11, u. so öfter in Büchertiteln; αἱ ἀναγραφαί, Akten, δημόσιαι Pol. 1 2. 11, öfter; bes. die Aufzeichnung eines De Krets auf Stein von Staats wegen, Inscr.; vgl. Plut. X. oratt. a. E. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>1</b> enregistrement, inscription;<br /><b>2</b> relation, description;<br /><b>3</b> registre.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναγράφω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναγραφή''': ἡ [[ἐγγραφή]], ἐπὶ συνθηκῶν καὶ τῶν ὁμοίων, συναλλαγμάτων ἀναγραφαὶ Ἀριστ. Πολιτ. 6. 8, 21· τῶν ὀνομάτων τῶν εὐεργετῶν τοῦ δημοσίου, κτλ., Ξεν. Πόρ. 3. 11. 2) [[περιγραφή]], οὐ χρὴ θαυμάζειν τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἀναγραφῆς Πολύβ. 3. 33, 17, Πλουτ. Περικλ. 2, κτλ. ΙΙ. τὸ ἀναγεγραμμένον, Πλάτ. Νόμ. 850Α, κτλ.: κατὰ πληθ. τὰ δημόσια ἔγγραφα, κώδικες, Ἐπιγρ. Δελφ. παρὰ Κουρτ. σ. 13, Πολύβ. 12. 11, 4, κτλ.· αἱ ἀναγρ. τῶν χρόνων Κλήμ. Ῥώμ. 25. | |lstext='''ἀναγραφή''': ἡ [[ἐγγραφή]], ἐπὶ συνθηκῶν καὶ τῶν ὁμοίων, συναλλαγμάτων ἀναγραφαὶ Ἀριστ. Πολιτ. 6. 8, 21· τῶν ὀνομάτων τῶν εὐεργετῶν τοῦ δημοσίου, κτλ., Ξεν. Πόρ. 3. 11. 2) [[περιγραφή]], οὐ χρὴ θαυμάζειν τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἀναγραφῆς Πολύβ. 3. 33, 17, Πλουτ. Περικλ. 2, κτλ. ΙΙ. τὸ ἀναγεγραμμένον, Πλάτ. Νόμ. 850Α, κτλ.: κατὰ πληθ. τὰ δημόσια ἔγγραφα, κώδικες, Ἐπιγρ. Δελφ. παρὰ Κουρτ. σ. 13, Πολύβ. 12. 11, 4, κτλ.· αἱ ἀναγρ. τῶν χρόνων Κλήμ. Ῥώμ. 25. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 12:05, 2 October 2022
English (LSJ)
ἡ, A inscribing, registering, of properties, contracts, etc., Pl.Lg.850a; συναλλαγμάτων Arist.Pol.1322b34; of names of public benefactors, etc., X.Vect.3.11; στήλης IG2.14c, cf. 227, etc. 2 ἀ. τῶν νόμων codification, Lys.30.25. 3 Medic., prescription, formula, Hp.Decent.10; formula for a magic ink, PMag. Leid.V.12.16. 4 record, description, Plb.3.33.17, Plu.Per.2, etc. 5 treatise, Hero Bel.73.5: composition, τῶν διαλόγων Phld. Acad.Ind.p.4 M. II register, especially in plural, public records, GDI1743.10 (Delph.), Plb.12.11.4, etc.: also ἀ. ἀρχόντων, φιλοσόφων, D.L.1.22,42; σταθμῶν Str.15.1.11; copy of decree, SIG622A8 (Delph., ii B. C.). 2 the Sacred Scriptures, Ph.1.694.
Spanish (DGE)
-ῆς, ἡ
• Alolema(s): ἀγγροφά IG 42.103.140 (Epidauro)
I 1c. gen. obj. inscripción, registro de propiedades, documentos, etc. περὶ τῆς οὐσίας Pl.Lg.850a, συναλλαγμάτων Arist.Pol.1322b34, τῶν προξενιῶν IGBulg.12.37bis.16 (Odesos III/II a.C.)
•recopilación τῶν νόμων Lys.30.25
•fig. ἡ δ' ἔννοια τῇ μνήμῃ καὶ ἀ. τῶν ῥηθέντων Ptol.Iudic.6.18, cf. Plu.2.900b.
2 acción de inscribir, grabar τῆς στήλης en la estela, IG 22.31.14, cf. IG l.c., Plu.2.852e.
II 1registro, archivo ἀ. δημοσία Plb.12.10.9, (γραφή) τέτακται εἰς ἀ. PTeb.105.64 (II a.C.), μετείληφα εἰς ἀ. SB 4506
•plu. anales, crónicas τὰς ἁμαρτίας τῶν πόλεων περὶ τὰς ἀναγραφὰς τὰς τούτων ἐξελέγχων Plb.12.11.1, ἐξηγοῦντο δὲ καὶ ἐν ταῖς ἀ. LXX 2Ma.2.13, αἱ παλαιόταται ἀ. Plu.2.1116f, ἀ. τῶν χρόνων 1Ep.Clem.25.5.
2 lista, inventario, catálogo Ὀλυμπιονικῶν Hippias B 3 (tít.), de los bienhechores de una ciu., X.Vect.3.11, Πυθιονικῶν Plu.Sol.11, τῶν Ἀρχόντων D.L.1.22, τῶν φιλοσόφων D.L.1.42, τῶν σταθμῶν Str.15.1.11, βουλευτῶν D.C.109.14, ὑπομνηματισμῶν PLips.123.2 (II a.C.), τῶν ἐν τῷ πραιτωρίω PPetaus 47.44 (II a.C.), cf. POxy.899.46 (III a.C.), PCair.Isidor.77.24 (IV a.C.)
•receta, fórmula ποτήματα ... ἐξ ἀ. ἐσκευασμένα Hp.Decent.10, ἡ ἀναγραφή· ζμύρνης ... PMag.12.399
•relación, enumeración τῶν περὶ τὸν τόπον ἐκεῖνον τὴν ἀ. ποιεῖσθαι Arist.Mir.839a11, τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἀναγραφῆς Plb.3.33.17, τὸ δὲ ἱστορικὸν μέρος ἀ. βίων ἐστί Ph.2.408.
III 1acción de escribir, composición τῶν διαλόγων de Platón, Phld.Acad.Ind.p.4, περὶ τοὺς βίους de Plutarco, Plu.Per.2.
2 tratado, obra ἀ. περὶ βελοποιικῶν Hero Bel.73.5, αἱ ἱεραὶ ἀ. las Sagradas Escrituras Ph.1.694.
German (Pape)
[Seite 184] ἡ, das Aufgeschriebene, das Buch, περὶ τῆς οὐσίας Plat. Legg. VIII, 850 a; Lys. 30, 17; das Verzeichniß, z. B. ἡ τῶν Πυθιονικῶν ἀν. Plut. Sol. 11, u. so öfter in Büchertiteln; αἱ ἀναγραφαί, Akten, δημόσιαι Pol. 1 2. 11, öfter; bes. die Aufzeichnung eines De Krets auf Stein von Staats wegen, Inscr.; vgl. Plut. X. oratt. a. E.
French (Bailly abrégé)
ῆς (ἡ) :
1 enregistrement, inscription;
2 relation, description;
3 registre.
Étymologie: ἀναγράφω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναγραφή: ἡ ἐγγραφή, ἐπὶ συνθηκῶν καὶ τῶν ὁμοίων, συναλλαγμάτων ἀναγραφαὶ Ἀριστ. Πολιτ. 6. 8, 21· τῶν ὀνομάτων τῶν εὐεργετῶν τοῦ δημοσίου, κτλ., Ξεν. Πόρ. 3. 11. 2) περιγραφή, οὐ χρὴ θαυμάζειν τὴν ἀκρίβειαν τῆς ἀναγραφῆς Πολύβ. 3. 33, 17, Πλουτ. Περικλ. 2, κτλ. ΙΙ. τὸ ἀναγεγραμμένον, Πλάτ. Νόμ. 850Α, κτλ.: κατὰ πληθ. τὰ δημόσια ἔγγραφα, κώδικες, Ἐπιγρ. Δελφ. παρὰ Κουρτ. σ. 13, Πολύβ. 12. 11, 4, κτλ.· αἱ ἀναγρ. τῶν χρόνων Κλήμ. Ῥώμ. 25.
Greek Monolingual
η (Α ἀναγραφή) ἀναγράφω
1. χάραξη, γράψιμο σε στήλη
2. καταχώριση, εγγραφή (νόμων κ.λπ.)
3. τιμητική καταχώριση του ονόματος κάποιου
4. κατάλογος, κατάσταση, πίνακας
νεοελλ.
μνεία σε έντυπο, γνωστοποίηση, δημοσίευση
αρχ.
1. συστηματική καταγραφή, κωδικοποίηση
2. διήγηση, περιγραφή
3. στερεότυπη διατύπωση, συνταγή.
Greek Monotonic
ἀναγρᾰφή: ἡ (ἀναγράφω),
I. καταχώρηση, αναγραφή, εγγραφή, λέγεται για συνθήκες και άλλα παρόμοια, σε Αριστ.
II. καταγραφή, εγγραφή, σε Πλάτ.
Russian (Dvoretsky)
ἀναγρᾰφή: ἡ
1) список, опись, перепись (περὶ τῆς οὐσίας Plat.);
2) записки, описание (τῶν βίων Plut.): Λακωνικαὶ ἀναγραφαί Plut. записки о Лаконии;
3) pl. государственные акты, постановления Lys., Polyb.
Middle Liddell
ἀναγράφω
I. a registering, of treaties and the like, Arist.
II. a register, Plat.