θεοσοφία: Difference between revisions

From LSJ

οὐ μακαριεῖς τὸν γέροντα, καθ' ὅσον γηράσκων τελευτᾷ, ἀλλ' εἰ τοῖς ἀγαθοῖς συμπεπλήρωται· ἕνεκα γὰρ χρόνου πάντες ἐσμὲν ἄωροι → do not count happy the old man who dies in old age, unless he is full of goods; in fact we are all unripe in regards to time

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
(CSV import)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[θεοσοφία]]) [[θεόσοφος]]<br />η [[γνώση]] τών θείων πραγμάτων, η [[θεία]] [[σοφία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(φιλοσ.)</b><br /><b>1.</b> φιλοσοφικοθρησκευτική [[δοξασία]] [[κατά]] την οποία ο [[άνθρωπος]] ως πνευματικό ον αποτελείται από την [[ίδια]] [[ουσία]] με τον θεό, με τον οποίο επιδιώκει να επικοινωνήσει<br /><b>2.</b> [[σύστημα]] θεολογικής και μεταφυσικής φιλοσοφίας το οποίο προσπαθεί να συνενώσει όλες τις θρησκείες με την [[επιστήμη]].
|mltxt=η (Α [[θεοσοφία]]) [[θεόσοφος]]<br />η [[γνώση]] τών θείων πραγμάτων, η [[θεία]] [[σοφία]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>(φιλοσ.)</b><br /><b>1.</b> φιλοσοφικοθρησκευτική [[δοξασία]] [[κατά]] την οποία ο [[άνθρωπος]] ως πνευματικό ον αποτελείται από την [[ίδια]] [[ουσία]] με τον θεό, με τον οποίο επιδιώκει να επικοινωνήσει<br /><b>2.</b> [[σύστημα]] θεολογικής και μεταφυσικής φιλοσοφίας το οποίο προσπαθεί να συνενώσει όλες τις θρησκείες με την [[επιστήμη]].
}}
{{elmes
|esmgtx=ἡ [[conocimiento de lo divino]], [[sabiduría divina]] πλησθεὶς τῆς θεοσοφίας ἀνεύρετον ποίησον τὴν βίβλον <b class="b3">cuando te hayas llenado de sabiduría divina, haz el libro ilocalizable</b> P XIII 234
}}
}}

Revision as of 15:15, 15 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεοσοφία Medium diacritics: θεοσοφία Low diacritics: θεοσοφία Capitals: ΘΕΟΣΟΦΙΑ
Transliteration A: theosophía Transliteration B: theosophia Transliteration C: theosofia Beta Code: qeosofi/a

English (LSJ)

ἡ, knowledge of things divine, theosophy, PMag.Leid.W.6.17; ἡ ἄγαν θεοσοφία. Porph.Abst.4.9; Ἑλληνική θεοσοφία, Χαλδαϊκὴ θεοσοφία, Procl.Theol.Plat.5.35, Dam. Pr.350.

German (Pape)

[Seite 1198] ἡ, = θεολογία, Dion. Ar.

Greek (Liddell-Scott)

θεοσοφία: ἡ, γνῶσις τῶν θείων, θεία σοφία, Ἐκκλ.

Spanish

conocimiento de lo divino, sabiduría divina

Greek Monolingual

η (Α θεοσοφία) θεόσοφος
η γνώση τών θείων πραγμάτων, η θεία σοφία
νεοελλ.
(φιλοσ.)
1. φιλοσοφικοθρησκευτική δοξασία κατά την οποία ο άνθρωπος ως πνευματικό ον αποτελείται από την ίδια ουσία με τον θεό, με τον οποίο επιδιώκει να επικοινωνήσει
2. σύστημα θεολογικής και μεταφυσικής φιλοσοφίας το οποίο προσπαθεί να συνενώσει όλες τις θρησκείες με την επιστήμη.

Léxico de magia

conocimiento de lo divino, sabiduría divina πλησθεὶς τῆς θεοσοφίας ἀνεύρετον ποίησον τὴν βίβλον cuando te hayas llenado de sabiduría divina, haz el libro ilocalizable P XIII 234