ἧσσα: Difference between revisions
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(btext.*?<\/b>) ([a-zA-ZÀ-ÿŒ'œ ]+) :" to "$1 $2 :") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=issa | |Transliteration C=issa | ||
|Beta Code=h(=ssa | |Beta Code=h(=ssa | ||
|Definition=Att. [[ἧττα]], ης, ἡ, [[defeat]], [[discomfiture]], | |Definition=Att. [[ἧττα]], ης, ἡ, [[defeat]], [[discomfiture]], Th.5.12,7.72, Pl.''Lg.'' 638b; πολέμου in [[war]], Id.''La.''196a; ἧττα.. πολέμου καὶ δικῶν καὶ ἀγορῶν Aeschin.3.111, cf. Plu.2.840c; μὴ δι' ἧτταν, ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν [[Aristotle|Arist.]]''[[Nicomachean Ethics|EN]]''1150a24; [[ἧττα]]ν [[προσίεσθαι]] = to [[let]] oneself be [[conquered]], [[Xenophon|X.]]''[[Cyropaedia|Cyr.]]''3.3.45: c. gen. rei, [[yielding]] or [[giving way to]] a thing, ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν, Pl.''Lg.''869e (pl.); ἡ ἐν τοῖς τοιούτοις ἧ. καλή D.''Ep.''3.45; <b class="b3">ἡ ὑπὸ τῶν λιπαρούντων ἧ.</b> Plu.''Brut.''6. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 10:22, 25 August 2023
English (LSJ)
Att. ἧττα, ης, ἡ, defeat, discomfiture, Th.5.12,7.72, Pl.Lg. 638b; πολέμου in war, Id.La.196a; ἧττα.. πολέμου καὶ δικῶν καὶ ἀγορῶν Aeschin.3.111, cf. Plu.2.840c; μὴ δι' ἧτταν, ἀλλὰ διὰ προαίρεσιν Arist.EN1150a24; ἧτταν προσίεσθαι = to let oneself be conquered, X.Cyr.3.3.45: c. gen. rei, yielding or giving way to a thing, ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν, Pl.Lg.869e (pl.); ἡ ἐν τοῖς τοιούτοις ἧ. καλή D.Ep.3.45; ἡ ὑπὸ τῶν λιπαρούντων ἧ. Plu.Brut.6.
German (Pape)
[Seite 1177] ἡ, Thuc. 7, 72, att. ἧττα (vgl. ἥττων), Niederlage; Gegensatz von νίκη, Plat. Legg. I, 638 b Lach. 196 a; ἧτταν προσίεται, läßt sich besiegen, Xen. Cyr. 3, 3, 45; Folgde; αἰσχρὰν ἧτταν ἡττᾶσθαι Plut. Fab. 13. Uebh. das den Kürzern Ziehen, Unterliegen, τοῦ πώματος, ἡδονῶν, den Lüsten, Plat. Legg. I, 648 e IX, 869 e u. Sp.; auch im Proceß, vgl. ἧτταν αὐτοῖς εἶναι πολέμου καὶ δικῶν καὶ ἀγορῶν Aesch. 3, 111.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
infériorité :
1 échec, défaite à la guerre ; perte d'un procès;
2 action de se laisser dominer par : ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν PLAT par les plaisirs, par les désirs;
3 action de se laisser aller au découragement.
Étymologie: ἦκα.
Russian (Dvoretsky)
ἧσσα: атт. ἧττα ἡ
1 поражение, неудача, провал (πολέμου καὶ δικῶν καὶ ἀγορῶν Aeschin.): διὰ τὸ καταπεπλῆχθαι τῇ ἥσσῃ Thuc. из-за подавленного в связи с поражением состояния; τῶν Ἀθηναίων ἥσσῃ ἀπεληλυθότων Thuc. поскольку афиняне, потерпев поражение, ушли; ἥτταν προσιεσθαι Xen. потерпеть поражение;
2 побежденность, подвластность: δι᾽ ἥττης ἡδονῶν τε καὶ ἐπιθυμιῶν καὶ φθονῶν Plat. из-за подверженности (непреодолимого влечения к) наслаждениям, страстям и зависти.
Greek (Liddell-Scott)
ἧσσα: ἐν τῇ νεωτ. Ἀτθίδ. ἧττα, ης, ἡ, ἀντίθ. τῷ νίκη, Θουκ. 5. 13., 7. 72, Πλάτ. Νόμ. 638Β· πολέμου, ἐν πολέμῳ, ὁ αὐτ. Λάχ. 196Α· ἧττα... πολέμου καὶ δικῶν καὶ ἀγορῶν Αἰσχίν. 69. 16, πρβλ. Πλούτ. 2. 840D· ἧτταν προσίεμαι, ἀφίνω, δέχομαι νὰ νικηθῶ, Ξεν. Κύρ. 3. 3, 45· ― μετὰ γεν. πράγμ., ὑποχώρησις εἴς τι, ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν Πλάτ. Νόμ. 869Ε· ἡ ἐν τοιούτοις ἧττα Δημ. 1486. 3· ἡ ὑπὸ τῶν λιπαρούντων ἧττα Πλούτ. ἐν Βρούτ. 6.
Greek Monolingual
ἧσσα, ή (Α)
αρχ. αττ. τ. του μετγν. αττ. τ. ἧττα.
Greek Monotonic
ἧσσα: Αττ. ἧττα, -ης, ἡ (ἥσσων), υποχώρηση, ήττα, αντίθ. προς το νίκη, σε Θουκ. κ.λπ.· με γεν. πράγμ., υποχώρηση σε κάτι· ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν, σε Πλάτ.
Middle Liddell
ἥσσων
a defeat, discomfiture, opp. to νίκη, Thuc., etc.:—c. gen. rei, a giving way to a thing, ἡδονῶν, ἐπιθυμιῶν Plat.