τυρόνωτος: Difference between revisions

From LSJ

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1")
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=tyronotos
|Transliteration C=tyronotos
|Beta Code=turo/nwtos
|Beta Code=turo/nwtos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[cheese-backed]], i. e. [[spread with cheese]], πλακοῦντος κύκλος <span class="bibl">Ar.<span class="title">Ach.</span> 1125</span> (cf. [[τυροφόρος]]) —parodied from [[Γοργόνωτος]].</span>
|Definition=τυρόνωτον, [[cheese-backed]], i.e. [[spread with cheese]], πλακοῦντος κύκλος [[Aristophanes|Ar.]]''[[Acharnians|Ach.]]'' 1125 (cf. [[τυροφόρος]]) —parodied from [[Γοργόνωτος]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1165.png Seite 1165]] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1165.png Seite 1165]] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090.
}}
{{ls
|lstext='''τῡρόνωτος''': -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ [[ἁπλῶς]] ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. [[τυροφόρος]]), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ [[σιδηρόνωτος]].
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />recouvert de fromage (gâteau).<br />'''Étymologie:''' [[τυρός]], [[νῶτον]].
|btext=ος, ον :<br />recouvert de fromage (gâteau).<br />'''Étymologie:''' [[τυρός]], [[νῶτον]].
}}
{{elnl
|elnltext=τυρόνωτος -ον &#91;[[τυρός]], [[νῶτον]]] [[met een korst van kaas erop]].
}}
{{elru
|elrutext='''τῡρόνωτος:''' шутл. с сырной спинкой ([[πλακοῦς]] Arph.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''τῡρόνωτος:''' -ον, καλυμμένος με [[τυρί]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''τῡρόνωτος:''' -ον, καλυμμένος με [[τυρί]], σε Αριστοφ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''τῡρόνωτος:''' шутл. с сырной спинкой ([[πλακοῦς]] Arph.).
|lstext='''τῡρόνωτος''': -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ [[ἁπλῶς]] ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. [[τυροφόρος]]), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ [[σιδηρόνωτος]].
}}
{{elnl
|elnltext=τυρόνωτος -ον [τυρός, νῶτον] met een korst van kaas erop.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τῡρό-νωτος, ον,<br />[[cheese]]-backed, [[spread]] with [[cheese]], Ar.
|mdlsjtxt=τῡρό-νωτος, ον,<br />[[cheese]]-backed, [[spread]] with [[cheese]], Ar.
}}
}}

Latest revision as of 11:09, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τῡρόνωτος Medium diacritics: τυρόνωτος Low diacritics: τυρόνωτος Capitals: ΤΥΡΟΝΩΤΟΣ
Transliteration A: tyrónōtos Transliteration B: tyronōtos Transliteration C: tyronotos Beta Code: turo/nwtos

English (LSJ)

τυρόνωτον, cheese-backed, i.e. spread with cheese, πλακοῦντος κύκλος Ar.Ach. 1125 (cf. τυροφόρος) —parodied from Γοργόνωτος.

German (Pape)

[Seite 1165] mit einem Rücken von Käse, πλακοῦς, Ar. Ach. 1090.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
recouvert de fromage (gâteau).
Étymologie: τυρός, νῶτον.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

τυρόνωτος -ον [τυρός, νῶτον] met een korst van kaas erop.

Russian (Dvoretsky)

τῡρόνωτος: шутл. с сырной спинкой (πλακοῦς Arph.).

Greek Monolingual

-ον, Α
(για πίτα)
1. αυτός που περιέχει τυρί
2. καλυμμένος ή πασπαλισμένος με τυρί.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τυρός + νῶτον (πρβλ. πορφυρό- νωτος)].

Greek Monotonic

τῡρόνωτος: -ον, καλυμμένος με τυρί, σε Αριστοφ.

Greek (Liddell-Scott)

τῡρόνωτος: -ον, ὁ ἔχων τὰ νῶτα ἐκ τυροῦ, δηλ. κεκαλυμμένος ἢ πεπασμένος διὰ τυροῦ, ἢ ἁπλῶς ἔχων τυρόν, τυρόνωτον κύκλον πλακοῦντος Ἀριστοφ. Ἀχ. 1126 (πρβλ. τυροφόρος), ― κατὰ παρῳδίαν τοῦ σιδηρόνωτος.

Middle Liddell

τῡρό-νωτος, ον,
cheese-backed, spread with cheese, Ar.