Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

πολύγωνος: Difference between revisions

From LSJ

Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil

Plato, Laws, 626e
(6_19)
m (LSJ1 replacement)
 
(18 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{LSJ1
{{LSJ1
|Full diacritics=πολῠγωνος
|Full diacritics=πολῠ́γωνος
|Medium diacritics=πολύγωνος
|Medium diacritics=πολύγωνος
|Low diacritics=πολύγωνος
|Low diacritics=πολύγωνος
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=polygonos
|Transliteration C=polygonos
|Beta Code=polu/gwnos
|Beta Code=polu/gwnos
|Definition=ον, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">polygonal</b>, <span class="bibl">Id.<span class="title">Sens.</span> 442b20</span>, Plu.2.1121c: Subst. πολῠ-γωνον, τό, <b class="b2">polygon</b>, <span class="bibl">Antipho Soph.13</span>, <span class="bibl">Gal.<span class="title">Anim.Pass.</span>2.3</span>.</span>
|Definition=πολύγωνον, [[polygonal]], Id.''Sens.'' 442b20, Plu.2.1121c: Subst. [[πολύγωνον]], τό, [[polygon]], Antipho Soph.13, Gal.''Anim.Pass.''2.3.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0661.png Seite 661]] vielwinkelig; Arist. de sens. 4, 23; Plut.; f. L. bei Nic. Ther. 872.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0661.png Seite 661]] vielwinkelig; Arist. de sens. 4, 23; Plut.; f. L. bei Nic. Ther. 872.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />[[qui a plusieurs angles]], [[polygone]].<br />'''Étymologie:''' [[πολύς]], [[γωνία]].
}}
{{elnl
|elnltext=πολύγωνος -ον &#91;[[πολύς]], [[γωνία]]] met veel hoeken; geom. subst. τὸ πολύγωνον veelhoek.
}}
{{elru
|elrutext='''πολύγωνος:''' [[многоугольный]] Arst., Plut.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''πολύγωνος''': -ον, ὡς καὶ νῦν, ὁ ἔχων πολλὰς γωνίας, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 4, 23, Πλούτ. 2. 1121C.
|lstext='''πολύγωνος''': -ον, ὡς καὶ νῦν, ὁ ἔχων πολλὰς γωνίας, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 4, 23, Πλούτ. 2. 1121C.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[πολύγωνος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>1.</b> αυτός που έχει πολλές γωνίες («πολύγωνα σχήματα», Πλουτ.)<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> το [[πολύγωνο]]<br /><b>μαθ.</b> [[ονομασία]] [[κάθε]] σχήματος που περατώνεται σε κλειστή τεθλασμένη [[γραμμή]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «επίπεδο [[πολύγωνο]]» — [[πολύγωνο]] που βρίσκεται σε ένα επίπεδο<br />β) «στρεβλό [[πολύγωνο]]» — [[πολύγωνο]] που δεν περιέχεται σε ένα επίπεδο<br />γ) «σφαιρικό [[πολύγωνο]]» — στρεβλό [[πολύγωνο]] σφαιρικής επιφάνειας που περιορίζεται από τόξα μέγιστου κύκλου<br />δ) «κανονικό [[πολύγωνο]]» — επίπεδο [[πολύγωνο]] που έχει όλες τις πλευρές και τις γωνίες του ίσες<br />ε) «μείζον [[πολύγωνο]]»<br />i) <b>ανατ.</b> [[οστάριο]] του [[κάτω]] ή δεύτερου στοίχου του καρπού<br />ii) <b>μαθ.</b> [[τραπέζιο]] σε [[σχήμα]] κύβου<br />θ) «έλασσον [[πολύγωνο]]»<br />i) <b>ανατ.</b> [[οστάριο]] του [[κάτω]] ή δεύτερου στοίχου του καρπού<br />ii) <b>μαθ.</b> [[τραπέζιο]] σε [[σχήμα]] πυραμίδας<br />στ) «[[πολύγωνο]] αστεροειδές» — [[κοίλο]] κανονικό [[πολύγωνο]]<br />ζ) «[[πολύγωνο]] βολής» ή, [[απλώς]], «[[πολύγωνο]]» — εδαφική [[έκταση]] που χρησιμοποιείται ως [[πεδίο]] βολής του πεζικού ή του πυροβολικού<br />η) «[[πολύγωνο]] δυνάμεων» — σχηματική [[απεικόνιση]] της σύνθεσης δυνάμεων που ενεργούν στο ίδιο [[σημείο]]<br />θ) «[[πολύγωνο]] συχνοτήτων»<br /><b>βιολ.</b> κλειστή τεθλασμένη [[γραμμή]] που συνδέει [[είτε]] τα κέντρα τών άνω βάσεων τών ορθογωνίων ενός ιστογράμματος, το οποίο απεικονίζει τις συχνότητες [[κάθε]] κλάσης, [[είτε]] τα διαδοχικά [[σημεία]] τών οποίων οι συντεταγμένες έχουν την [[τιμή]] x<sub>i</sub> ενός διακριτικού χαρακτήρα και τις αντίστοιχες συχνότητες <i>f</i>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>πολυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γωνος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γωνία]]), [[πρβλ]]. [[τρίγωνος]]].
}}
}}

Latest revision as of 11:10, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολῠ́γωνος Medium diacritics: πολύγωνος Low diacritics: πολύγωνος Capitals: ΠΟΛΥΓΩΝΟΣ
Transliteration A: polýgōnos Transliteration B: polygōnos Transliteration C: polygonos Beta Code: polu/gwnos

English (LSJ)

πολύγωνον, polygonal, Id.Sens. 442b20, Plu.2.1121c: Subst. πολύγωνον, τό, polygon, Antipho Soph.13, Gal.Anim.Pass.2.3.

German (Pape)

[Seite 661] vielwinkelig; Arist. de sens. 4, 23; Plut.; f. L. bei Nic. Ther. 872.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui a plusieurs angles, polygone.
Étymologie: πολύς, γωνία.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πολύγωνος -ον [πολύς, γωνία] met veel hoeken; geom. subst. τὸ πολύγωνον veelhoek.

Russian (Dvoretsky)

πολύγωνος: многоугольный Arst., Plut.

Greek (Liddell-Scott)

πολύγωνος: -ον, ὡς καὶ νῦν, ὁ ἔχων πολλὰς γωνίας, Ἀριστ. π. Αἰσθ. 4, 23, Πλούτ. 2. 1121C.

Greek Monolingual

-η, -ο / πολύγωνος, -ον, ΝΜΑ
1. αυτός που έχει πολλές γωνίες («πολύγωνα σχήματα», Πλουτ.)
2. το ουδ. ως ουσ. το πολύγωνο
μαθ. ονομασία κάθε σχήματος που περατώνεται σε κλειστή τεθλασμένη γραμμή
νεοελλ.
φρ. α) «επίπεδο πολύγωνο» — πολύγωνο που βρίσκεται σε ένα επίπεδο
β) «στρεβλό πολύγωνο» — πολύγωνο που δεν περιέχεται σε ένα επίπεδο
γ) «σφαιρικό πολύγωνο» — στρεβλό πολύγωνο σφαιρικής επιφάνειας που περιορίζεται από τόξα μέγιστου κύκλου
δ) «κανονικό πολύγωνο» — επίπεδο πολύγωνο που έχει όλες τις πλευρές και τις γωνίες του ίσες
ε) «μείζον πολύγωνο»
i) ανατ. οστάριο του κάτω ή δεύτερου στοίχου του καρπού
ii) μαθ. τραπέζιο σε σχήμα κύβου
θ) «έλασσον πολύγωνο»
i) ανατ. οστάριο του κάτω ή δεύτερου στοίχου του καρπού
ii) μαθ. τραπέζιο σε σχήμα πυραμίδας
στ) «πολύγωνο αστεροειδές» — κοίλο κανονικό πολύγωνο
ζ) «πολύγωνο βολής» ή, απλώς, «πολύγωνο» — εδαφική έκταση που χρησιμοποιείται ως πεδίο βολής του πεζικού ή του πυροβολικού
η) «πολύγωνο δυνάμεων» — σχηματική απεικόνιση της σύνθεσης δυνάμεων που ενεργούν στο ίδιο σημείο
θ) «πολύγωνο συχνοτήτων»
βιολ. κλειστή τεθλασμένη γραμμή που συνδέει είτε τα κέντρα τών άνω βάσεων τών ορθογωνίων ενός ιστογράμματος, το οποίο απεικονίζει τις συχνότητες κάθε κλάσης, είτε τα διαδοχικά σημεία τών οποίων οι συντεταγμένες έχουν την τιμή xi ενός διακριτικού χαρακτήρα και τις αντίστοιχες συχνότητες f.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -γωνος (< γωνία), πρβλ. τρίγωνος].