ἀνατροχασμός: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
(2)
 
m (LSJ1 replacement)
 
(7 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anatrochasmos
|Transliteration C=anatrochasmos
|Beta Code=a)natroxasmo/s
|Beta Code=a)natroxasmo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">running backwards</b>, Antyll. ap. <span class="bibl">Orib.6.22.8</span>.</span>
|Definition=ὁ, [[running backwards]], Antyll. ap. Orib.6.22.8.
}}
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0212.png Seite 212]] ὁ, das Hin- und Herlaufen, Sp.
}}
{{ls
|lstext='''ἀνατροχασμός''': ὁ, ὁ εἰς τὰ [[ὀπίσω]] [[δρόμος]] «τρέξιμον». Πιθαν. γραφὴ ἐν Ἀντύλλ. παρ’ Ὀρειβ. σ. 112 ἀντὶ -ισμός, πρβλ. σ. 113.
}}
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ἀνατροχασμός]])<br />η βίαιη [[οπισθοδρόμηση]] πυροβόλου [[κατά]] την εκπυρσοκρότησή του<br /><b>αρχ.</b><br />[[τρέξιμο]] [[προς]] τα [[πίσω]].
}}
}}

Latest revision as of 12:15, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνατροχασμός Medium diacritics: ἀνατροχασμός Low diacritics: ανατροχασμός Capitals: ΑΝΑΤΡΟΧΑΣΜΟΣ
Transliteration A: anatrochasmós Transliteration B: anatrochasmos Transliteration C: anatrochasmos Beta Code: a)natroxasmo/s

English (LSJ)

ὁ, running backwards, Antyll. ap. Orib.6.22.8.

German (Pape)

[Seite 212] ὁ, das Hin- und Herlaufen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνατροχασμός: ὁ, ὁ εἰς τὰ ὀπίσω δρόμος «τρέξιμον». Πιθαν. γραφὴ ἐν Ἀντύλλ. παρ’ Ὀρειβ. σ. 112 ἀντὶ -ισμός, πρβλ. σ. 113.

Greek Monolingual

ο (Α ἀνατροχασμός)
η βίαιη οπισθοδρόμηση πυροβόλου κατά την εκπυρσοκρότησή του
αρχ.
τρέξιμο προς τα πίσω.