εντός: Difference between revisions

From LSJ

Ὀργῆς χάριν τὰ κρυπτὰ μὴ ἐκφάνῃς φίλου → Arcana amici ne per iram prodito → Geheimnisse des Freunds verrate nicht im Zorn

Menander, Monostichoi, 418
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(AM [[ἐντός]]) (επίρρ. και πρόθ.)<br /><b>1.</b> [[μέσα]] («τοὺς δὲ σκευοφόρους... ἐντὸς εἶχον οἱ ὁπλῑται», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> απ' αυτή την [[πλευρά]], [[εντεύθεν]], από τη δική του [[μεριά]]<br />(«ἐντὸς Ἅλυος ποταμού», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> (για χρόνο) [[μέσα]] σ' ένα ορισμένο [[χρονικό]] [[διάστημα]] («ἐντὸς εἴκοσιν ἡμερῶν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «(τὰ) [[ἐντός]] μου» — η πνευματική και ψυχική μου [[υπόσταση]]<br />β) «μετεβλήθη [[εντός]] μου ο [[ρυθμός]] του κόσμου», <b>(Βιζυην.)</b><br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />(και πληθ.) τὰ [[ἐντός]]<br />τα [[εντόσθια]], τα [[σπλάγχνα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «[[ἐντός]] τινος ποιῶ» — [[τοποθετώ]] [[φρουρά]] σε μια [[περιοχή]]<br /><b>2.</b> «ἐντὸς τοῦ νόμου [[εἰμί]]» — προστατεύομαι από τον νόμο<br /><b>3.</b> «ἐντὸς [[εἰμὶ]] τῶν συμβαινόντων παθῶν» — έχω [[γνώση]] από προσωπική [[πείρα]]<br /><b>4.</b> «ἐντὸς τῶν μαθημάτων ἐστί» — περιλαμβάνεται στα διδασκόμενα<br /><b>5.</b> «ἐντὸς τῶν μέτρων» — [[μέσα]] στα όρια παρακειμένου κτήματος<br /><b>6.</b> «οἱ ἐντὸς ἡλικίας γεγονότες» — οι ενήλικοι, αυτοί που βρίσκονται στην ανδρική [[ηλικία]]<br /><b>7.</b> «ἐντὸς ἀνεψιότητος» — ώς τον βαθμό συγγένειας τών εξαδέλφων<br /><b>8.</b> «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν εἰμι» — έχω νηφάλιο λογισμό, [[εχεφρονώ]]<br /><b>9.</b> «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν [[γίγνομαι]]» — [[ξαναποκτώ]] την πνευματική μου [[διαύγεια]], [[συνέρχομαι]]. ΙΙ. <b>(ειδ.)</b> (με αριθμτ. που δηλώνουν χρόνο ή [[ποσό]]) με υπολογισμό και του οριζόμενου αριθμού ή [[κάτω]] από τον οριζόμενο αριθμό («ἐντὸς δραχμῶν [[πεντήκοντα]]», <b>Πλάτ.</b><br />«τὰς ἐντὸς εἴκοσιν γὰρ ἐκδικάζομεν», <b>Αριστοφ.</b>)·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Στον τ. [[εντός]] εμφανίζεται ως α΄ συνθετικό η [[πρόθεση]] <i>εν</i> και ως β' συνθετικό [[επίθημα]] -<i>τος</i> (<b>[[πρβλ]].</b> λατ. <i>intus</i>). Ο τ. [[εντός]] χρησιμοποιείται και ως [[πρόθεση]] και ως [[επίρρημα]]<br />ως [[πρόθεση]] συντάσσεται με (προτασσόμενη ή επιτασσόμενη) γενική].
|mltxt=(AM [[ἐντός]]) (επίρρ. και πρόθ.)<br /><b>1.</b> [[μέσα]] («τοὺς δὲ σκευοφόρους... ἐντὸς εἶχον οἱ ὁπλῖται», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>2.</b> απ' αυτή την [[πλευρά]], [[εντεύθεν]], από τη δική του [[μεριά]]<br />(«ἐντὸς Ἅλυος ποταμού», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>3.</b> (για χρόνο) [[μέσα]] σ' ένα ορισμένο [[χρονικό]] [[διάστημα]] («ἐντὸς εἴκοσιν ἡμερῶν», <b>Θουκ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> α) «(τὰ) [[ἐντός]] μου» — η πνευματική και ψυχική μου [[υπόσταση]]<br />β) «μετεβλήθη [[εντός]] μου ο [[ρυθμός]] του κόσμου», <b>(Βιζυην.)</b><br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />(και πληθ.) τὰ [[ἐντός]]<br />τα [[εντόσθια]], τα [[σπλάγχνα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «[[ἐντός]] τινος ποιῶ» — [[τοποθετώ]] [[φρουρά]] σε μια [[περιοχή]]<br /><b>2.</b> «ἐντὸς τοῦ νόμου [[εἰμί]]» — προστατεύομαι από τον νόμο<br /><b>3.</b> «ἐντὸς [[εἰμὶ]] τῶν συμβαινόντων παθῶν» — έχω [[γνώση]] από προσωπική [[πείρα]]<br /><b>4.</b> «ἐντὸς τῶν μαθημάτων ἐστί» — περιλαμβάνεται στα διδασκόμενα<br /><b>5.</b> «ἐντὸς τῶν μέτρων» — [[μέσα]] στα όρια παρακειμένου κτήματος<br /><b>6.</b> «οἱ ἐντὸς ἡλικίας γεγονότες» — οι ενήλικοι, αυτοί που βρίσκονται στην ανδρική [[ηλικία]]<br /><b>7.</b> «ἐντὸς ἀνεψιότητος» — ώς τον βαθμό συγγένειας τών εξαδέλφων<br /><b>8.</b> «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν εἰμι» — έχω νηφάλιο λογισμό, [[εχεφρονώ]]<br /><b>9.</b> «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν [[γίγνομαι]]» — [[ξαναποκτώ]] την πνευματική μου [[διαύγεια]], [[συνέρχομαι]]. ΙΙ. <b>(ειδ.)</b> (με αριθμτ. που δηλώνουν χρόνο ή [[ποσό]]) με υπολογισμό και του οριζόμενου αριθμού ή [[κάτω]] από τον οριζόμενο αριθμό («ἐντὸς δραχμῶν [[πεντήκοντα]]», <b>Πλάτ.</b><br />«τὰς ἐντὸς εἴκοσιν γὰρ ἐκδικάζομεν», <b>Αριστοφ.</b>)·<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Στον τ. [[εντός]] εμφανίζεται ως α΄ συνθετικό η [[πρόθεση]] <i>εν</i> και ως β' συνθετικό [[επίθημα]] -<i>τος</i> ([[πρβλ]]. λατ. <i>intus</i>). Ο τ. [[εντός]] χρησιμοποιείται και ως [[πρόθεση]] και ως [[επίρρημα]]<br />ως [[πρόθεση]] συντάσσεται με (προτασσόμενη ή επιτασσόμενη) γενική].
}}
}}

Latest revision as of 14:30, 6 February 2024

Greek Monolingual

(AM ἐντός) (επίρρ. και πρόθ.)
1. μέσα («τοὺς δὲ σκευοφόρους... ἐντὸς εἶχον οἱ ὁπλῖται», Θουκ.)
2. απ' αυτή την πλευρά, εντεύθεν, από τη δική του μεριά
(«ἐντὸς Ἅλυος ποταμού», Θουκ.)
3. (για χρόνο) μέσα σ' ένα ορισμένο χρονικό διάστημα («ἐντὸς εἴκοσιν ἡμερῶν», Θουκ.)
νεοελλ.
φρ. α) «(τὰ) ἐντός μου» — η πνευματική και ψυχική μου υπόσταση
β) «μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου», (Βιζυην.)
αρχ.-μσν.
(και πληθ.) τὰ ἐντός
τα εντόσθια, τα σπλάγχνα
αρχ.
φρ.
1. «ἐντός τινος ποιῶ» — τοποθετώ φρουρά σε μια περιοχή
2. «ἐντὸς τοῦ νόμου εἰμί» — προστατεύομαι από τον νόμο
3. «ἐντὸς εἰμὶ τῶν συμβαινόντων παθῶν» — έχω γνώση από προσωπική πείρα
4. «ἐντὸς τῶν μαθημάτων ἐστί» — περιλαμβάνεται στα διδασκόμενα
5. «ἐντὸς τῶν μέτρων» — μέσα στα όρια παρακειμένου κτήματος
6. «οἱ ἐντὸς ἡλικίας γεγονότες» — οι ενήλικοι, αυτοί που βρίσκονται στην ανδρική ηλικία
7. «ἐντὸς ἀνεψιότητος» — ώς τον βαθμό συγγένειας τών εξαδέλφων
8. «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν εἰμι» — έχω νηφάλιο λογισμό, εχεφρονώ
9. «ἐντὸς ἐμαυτοῦ» ή «ἐντὸς τῶν λογισμῶν γίγνομαι» — ξαναποκτώ την πνευματική μου διαύγεια, συνέρχομαι. ΙΙ. (ειδ.) (με αριθμτ. που δηλώνουν χρόνο ή ποσό) με υπολογισμό και του οριζόμενου αριθμού ή κάτω από τον οριζόμενο αριθμό («ἐντὸς δραχμῶν πεντήκοντα», Πλάτ.
«τὰς ἐντὸς εἴκοσιν γὰρ ἐκδικάζομεν», Αριστοφ.
[ΕΤΥΜΟΛ. Στον τ. εντός εμφανίζεται ως α΄ συνθετικό η πρόθεση εν και ως β' συνθετικό επίθημα -τος (πρβλ. λατ. intus). Ο τ. εντός χρησιμοποιείται και ως πρόθεση και ως επίρρημα
ως πρόθεση συντάσσεται με (προτασσόμενη ή επιτασσόμενη) γενική].