πρώην: Difference between revisions
ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν στῆθι καὶ ἄμπνυε → but you, stop now and catch your breath | but do thou now stand, and get thy breath
(6_1) |
(Bailly1_4) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''πρώην''': (ὀρθότ. πρῴην, ἴδε περὶ τὸ [[τέλος]]), Δωρ. πρώᾱν Θεόκρ. 4. 60., 2. 4., 15· συνηρ. πρῶν Καλλ. Ἀποσπ. 84· - [[νεωστί]], [[ἀρτίως]], Λατιν. nuper, Ἰλ. Ε. 832, Ω. 500, κ. ἀλλ., Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 355., Ἄλεξ. ἐν «Χορηγίδι» 1. κτλ. II. ἐπὶ [[μᾶλλον]] ὡρισμένης σημασίας, κατὰ τὴν πρὸ τῆς χθὲς ἡμέραν, [[προχθές]], οὐ... [[χθές]], ἀλλὰ πρ. Θουκ. 3. 113· [[ἐντεῦθεν]], αἱ φράσεις, [[μέχρι]] οὗ [[πρώην]] τε καὶ χθὲς Ἡρόδ. 2. 53.· [[ὡσαύτως]], [[πρώην]] καὶ χθὲς Δημ. 1093. 3· [[χθές]] τε καὶ [[πρώην]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 726· χθὲς καὶ πρ. Πλάτ. Νόμ. 677D· τὰ χθὲς καὶ πρ. ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 470D· ἐχθὲς καὶ πρ. Ἰσοκρ. 121Β· ἄρτι καὶ πρ., ὀψὲ καὶ πρ. Πλουτ. Βροῦτ. 1., 2. 394C· ἴδε πρωιζός, καὶ πρβλ. Λοβέκ. ἐν Φρυνίχ. 323. (Τὸ [[πρώην]] φαίνεται ὅτι ἐσχηματίσθη ἐκ τοῦ πρωίην (ἐξυπακ. τοῦ ὥραν), ἑνικ. αἰτ. θηλ. τοῦ [[πρώιος]]· εἰ [[οὕτως]] ἔχει, ἡ ὀρθὴ γραφὴ [[εἶναι]] πρῴην). [πρω- κεῖται ὡς βραχεῖα παρὰ Θεοκρ. ἔνθ’ ἀνωτ.]. | |lstext='''πρώην''': (ὀρθότ. πρῴην, ἴδε περὶ τὸ [[τέλος]]), Δωρ. πρώᾱν Θεόκρ. 4. 60., 2. 4., 15· συνηρ. πρῶν Καλλ. Ἀποσπ. 84· - [[νεωστί]], [[ἀρτίως]], Λατιν. nuper, Ἰλ. Ε. 832, Ω. 500, κ. ἀλλ., Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 355., Ἄλεξ. ἐν «Χορηγίδι» 1. κτλ. II. ἐπὶ [[μᾶλλον]] ὡρισμένης σημασίας, κατὰ τὴν πρὸ τῆς χθὲς ἡμέραν, [[προχθές]], οὐ... [[χθές]], ἀλλὰ πρ. Θουκ. 3. 113· [[ἐντεῦθεν]], αἱ φράσεις, [[μέχρι]] οὗ [[πρώην]] τε καὶ χθὲς Ἡρόδ. 2. 53.· [[ὡσαύτως]], [[πρώην]] καὶ χθὲς Δημ. 1093. 3· [[χθές]] τε καὶ [[πρώην]] Ἀριστοφ. Βάτρ. 726· χθὲς καὶ πρ. Πλάτ. Νόμ. 677D· τὰ χθὲς καὶ πρ. ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 470D· ἐχθὲς καὶ πρ. Ἰσοκρ. 121Β· ἄρτι καὶ πρ., ὀψὲ καὶ πρ. Πλουτ. Βροῦτ. 1., 2. 394C· ἴδε πρωιζός, καὶ πρβλ. Λοβέκ. ἐν Φρυνίχ. 323. (Τὸ [[πρώην]] φαίνεται ὅτι ἐσχηματίσθη ἐκ τοῦ πρωίην (ἐξυπακ. τοῦ ὥραν), ἑνικ. αἰτ. θηλ. τοῦ [[πρώιος]]· εἰ [[οὕτως]] ἔχει, ἡ ὀρθὴ γραφὴ [[εἶναι]] πρῴην). [πρω- κεῖται ὡς βραχεῖα παρὰ Θεοκρ. ἔνθ’ ἀνωτ.]. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br /><b>1</b> avant-hier ; <i>p. ext.</i> l’autre jour;<br /><b>2</b> <i>p. ext.</i> tout dernièrement, tout récemment ; χθὲς καὶ [[πρώην]], [[πρώην]] [[τε]] καὶ [[χθές]] hier et avant-hier, <i>càd</i> tout récemment, depuis peu ; [[ἄρτι]] καὶ [[πρώην]] PLUT <i>m. sign.</i><br />'''Étymologie:''' [[πρό]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 20:08, 9 August 2017
English (LSJ)
Dor. πρώᾱν Theoc.5.4,15.15; contr. πρῶν Call.Fr.84, Herod.5.62; πρᾶν Theoc.2.115:—
A lately, just now, Il.5.832, 24.500, Ar.Fr.408, Alex.258, Herod.l.c., UPZ42.25 (ii B.C.), Cic.Att.6.4.3, etc.; in a book, above, Arist.EN1104b18. 2 long ago, Procop.Gaz. Pan.p.505 B.; Ἀγησίλαος ὁ π. ib.p.514 B. II more definitely, the day before yesterday, οὐ . . χθές, ἀλλὰ π. Th.3.113; μέχρι οὗ π. τε καὶ χθές till yesterday or the day before, i.e. till very lately, Hdt.2.53; π. καὶ χθές D.44.42; χθές τε καὶ π. Ar.Ra.726; χθὲς καὶ π. Pl.Lg.677d; τὰ ἐχθὲς καὶ π. Id.Grg.470d; ἐχθὲς καὶ π. Isoc.6.27; ἄρτι καὶ π., ὀψὲ καὶ π., Plu.Brut.1, 2.394b. (The first syll. of πρώαν is short in Theoc. ll.cc.; πρόαν is written in 15.15 (codd. opt.), v.l. in 4.60.)
German (Pape)
[Seite 802] dor. πρώαν, auch πρών, Callim., adv., neulich, kürzlich, vor kurzem; Il. 5, 832. 24, 500; μέχρι οὗ πρώην τε καὶ χθές, d. i. bis zur jüngst vergangenen Zeit, bis vor ganz kurzer Zeit, Her. 2, 53; also eigtl. vorgestern, Thuc. 3, 113; Xen. Cyr. 2, 2, 2; τὸν πρώην καὶ χθὲς ἐγγραφέντα, Dem. 44, 42; Pol. 9, 31, 4 u. Sp., wie Luc. D. D. 5, 2. – [In der dor. Form πρώαν scheint die erste Sylbe zuweilen kurz gebraucht zu sein, Theocr. 4, 60. 5, 4. 15, 16.] – Es ist eigtl. mit ι subscr. zu schreiben, da es als acc. sing. πρωΐην, sc. ὥραν, von πρώϊος herzuleiten.
Greek (Liddell-Scott)
πρώην: (ὀρθότ. πρῴην, ἴδε περὶ τὸ τέλος), Δωρ. πρώᾱν Θεόκρ. 4. 60., 2. 4., 15· συνηρ. πρῶν Καλλ. Ἀποσπ. 84· - νεωστί, ἀρτίως, Λατιν. nuper, Ἰλ. Ε. 832, Ω. 500, κ. ἀλλ., Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 355., Ἄλεξ. ἐν «Χορηγίδι» 1. κτλ. II. ἐπὶ μᾶλλον ὡρισμένης σημασίας, κατὰ τὴν πρὸ τῆς χθὲς ἡμέραν, προχθές, οὐ... χθές, ἀλλὰ πρ. Θουκ. 3. 113· ἐντεῦθεν, αἱ φράσεις, μέχρι οὗ πρώην τε καὶ χθὲς Ἡρόδ. 2. 53.· ὡσαύτως, πρώην καὶ χθὲς Δημ. 1093. 3· χθές τε καὶ πρώην Ἀριστοφ. Βάτρ. 726· χθὲς καὶ πρ. Πλάτ. Νόμ. 677D· τὰ χθὲς καὶ πρ. ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 470D· ἐχθὲς καὶ πρ. Ἰσοκρ. 121Β· ἄρτι καὶ πρ., ὀψὲ καὶ πρ. Πλουτ. Βροῦτ. 1., 2. 394C· ἴδε πρωιζός, καὶ πρβλ. Λοβέκ. ἐν Φρυνίχ. 323. (Τὸ πρώην φαίνεται ὅτι ἐσχηματίσθη ἐκ τοῦ πρωίην (ἐξυπακ. τοῦ ὥραν), ἑνικ. αἰτ. θηλ. τοῦ πρώιος· εἰ οὕτως ἔχει, ἡ ὀρθὴ γραφὴ εἶναι πρῴην). [πρω- κεῖται ὡς βραχεῖα παρὰ Θεοκρ. ἔνθ’ ἀνωτ.].
French (Bailly abrégé)
adv.
1 avant-hier ; p. ext. l’autre jour;
2 p. ext. tout dernièrement, tout récemment ; χθὲς καὶ πρώην, πρώην τε καὶ χθές hier et avant-hier, càd tout récemment, depuis peu ; ἄρτι καὶ πρώην PLUT m. sign.
Étymologie: πρό.