ἀναδέσμη: Difference between revisions

From LSJ

χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.

Source
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s']+), ([\w\s']+)(<\/b>)" to "$2, $3")
m (elru replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=anadesmi
|Transliteration C=anadesmi
|Beta Code=a)nade/smh
|Beta Code=a)nade/smh
|Definition=ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[band for women's hair]], [[snood]], πλεκτὴ ἀ. <span class="bibl">Il.22.469</span>, cf. <span class="title">AP</span>5.275 (Agath.), <span class="bibl">E.<span class="title">Med.</span>978</span> Porson.</span>
|Definition=ἡ, [[band for women's hair]], [[snood]], πλεκτὴ ἀ. Il.22.469, cf. ''AP''5.275 (Agath.), E.''Med.''978 Porson.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[cinta para el cabello]] πλεκτή <i>Il</i>.22.469, χρυσέη E.<i>Med</i>.978, Nonn.<i>D</i>.5.133, ἀργυρέη <i>AP</i> 5.276 (Agath.).
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0186.png Seite 186]] ἡ, Hauptbinde, Haarband der Frauen, [[πλεκτή]], Il. 22, 469, neben [[κεκρύφαλος]], wie Agath. 5 (V, 276) u. sp. D.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0186.png Seite 186]] ἡ, Hauptbinde, Haarband der Frauen, [[πλεκτή]], Il. 22, 469, neben [[κεκρύφαλος]], wie Agath. 5 (V, 276) u. sp. D.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />[[bandeau pour la chevelure des femmes]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀναδέω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀναδέσμη:''' ἡ (женская) головная повязка Hom., Eur., Anth.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀναδέσμη''': ἡ, [[ταινία]] πρὸς συγκράτησιν τῆς γυναικείας [[κόμης]], [[κεφαλόδεσμος]], [[ἀνάδημα]], ὡς ἡ [[μίτρα]], κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην, «σειρὰ ἣν κύκλῳ περὶ τοὺς κροτάφους ἀναδοῦσιν» (Εὐστ.), Ἰλ. Χ. 469, Ἀνθ. Π. 5. 276, καὶ ἐκ διορθώσεως τοῦ Ἐλμσλ. ἐν Εὐρ. Μηδ. 978: - ἴδ. εἰκόνα ἐν τῇ τοῦ Σχλίεμ. Τρωάδι σ. 255. - καὶ πρβλ. [[δέσμα]] ΙΙ.
|lstext='''ἀναδέσμη''': ἡ, [[ταινία]] πρὸς συγκράτησιν τῆς γυναικείας [[κόμης]], [[κεφαλόδεσμος]], [[ἀνάδημα]], ὡς ἡ [[μίτρα]], κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην, «σειρὰ ἣν κύκλῳ περὶ τοὺς κροτάφους ἀναδοῦσιν» (Εὐστ.), Ἰλ. Χ. 469, Ἀνθ. Π. 5. 276, καὶ ἐκ διορθώσεως τοῦ Ἐλμσλ. ἐν Εὐρ. Μηδ. 978: - ἴδ. εἰκόνα ἐν τῇ τοῦ Σχλίεμ. Τρωάδι σ. 255. - καὶ πρβλ. [[δέσμα]] ΙΙ.
}}
{{bailly
|btext=ης (ἡ) :<br />bandeau pour la chevelure des femmes.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναδέω]].
}}
}}
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=([[ἀναδέω]]): [[head]]-[[band]], [[πλεκτή]], Il. 22.469†. (See [[cut]].)
|auten=([[ἀναδέω]]): [[head]]-[[band]], [[πλεκτή]], Il. 22.469†. (See [[cut]].)
}}
{{DGE
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[cinta para el cabello]] πλεκτή <i>Il</i>.22.469, χρυσέη E.<i>Med</i>.978, Nonn.<i>D</i>.5.133, ἀργυρέη <i>AP</i> 5.276 (Agath.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀναδέσμη:''' ἡ, [[ταινία]] για τα μαλλιά, [[κεφαλόδεσμος]], σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· ομοίως, [[ἀνά]]-δεσμος, <i>ὁ</i> ([[ἀναδέω]]), σε Ανθ.
|lsmtext='''ἀναδέσμη:''' ἡ, [[ταινία]] για τα μαλλιά, [[κεφαλόδεσμος]], σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· ομοίως, [[ἀνά]]-δεσμος, <i>ὁ</i> ([[ἀναδέω]]), σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀναδέσμη:''' ἡ (женская) головная повязка Hom., Eur., Anth.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=<br />a [[band]] for the [[hair]], a [[head]]-[[band]], Il., Eur.:—so,
|mdlsjtxt=a [[band]] for the [[hair]], a [[head]]-[[band]], Il., Eur.:—so,
}}
}}

Latest revision as of 22:10, 21 March 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀναδέσμη Medium diacritics: ἀναδέσμη Low diacritics: αναδέσμη Capitals: ΑΝΑΔΕΣΜΗ
Transliteration A: anadésmē Transliteration B: anadesmē Transliteration C: anadesmi Beta Code: a)nade/smh

English (LSJ)

ἡ, band for women's hair, snood, πλεκτὴ ἀ. Il.22.469, cf. AP5.275 (Agath.), E.Med.978 Porson.

Spanish (DGE)

-ης, ἡ
cinta para el cabello πλεκτή Il.22.469, χρυσέη E.Med.978, Nonn.D.5.133, ἀργυρέη AP 5.276 (Agath.).

German (Pape)

[Seite 186] ἡ, Hauptbinde, Haarband der Frauen, πλεκτή, Il. 22, 469, neben κεκρύφαλος, wie Agath. 5 (V, 276) u. sp. D.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
bandeau pour la chevelure des femmes.
Étymologie: ἀναδέω.

Russian (Dvoretsky)

ἀναδέσμη: ἡ (женская) головная повязка Hom., Eur., Anth.

Greek (Liddell-Scott)

ἀναδέσμη: ἡ, ταινία πρὸς συγκράτησιν τῆς γυναικείας κόμης, κεφαλόδεσμος, ἀνάδημα, ὡς ἡ μίτρα, κεκρύφαλόν τε ἰδὲ πλεκτὴν ἀναδέσμην, «σειρὰ ἣν κύκλῳ περὶ τοὺς κροτάφους ἀναδοῦσιν» (Εὐστ.), Ἰλ. Χ. 469, Ἀνθ. Π. 5. 276, καὶ ἐκ διορθώσεως τοῦ Ἐλμσλ. ἐν Εὐρ. Μηδ. 978: - ἴδ. εἰκόνα ἐν τῇ τοῦ Σχλίεμ. Τρωάδι σ. 255. - καὶ πρβλ. δέσμα ΙΙ.

English (Autenrieth)

(ἀναδέω): head-band, πλεκτή, Il. 22.469†. (See cut.)

Greek Monolingual

ἀναδέσμη, η (Α) ἀναδέω κορδέλα που δένει και συγκρατεί τα μαλλιά ή διακοσμητικό δίχτυ γι’ αυτά, φιλές.

Greek Monotonic

ἀναδέσμη: ἡ, ταινία για τα μαλλιά, κεφαλόδεσμος, σε Ομήρ. Ιλ., Ευρ.· ομοίως, ἀνά-δεσμος, (ἀναδέω), σε Ανθ.

Middle Liddell

a band for the hair, a head-band, Il., Eur.:—so,