ἐπιπομπεύω: Difference between revisions

From LSJ

ἀρχὴν μὲν μὴ φῦναι ἐπιχθονίοισιν ἄριστον· φύντα δ' ὅμως ὤκιστα πύλας Ἀίδαο περῆσαι → First, it is best for mortals to not be born. If born, to pass through Hades' gates as soon as possible.

Source
m (Text replacement - "τινι" to "τινι")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=epipompeyo
|Transliteration C=epipompeyo
|Beta Code=e)pipompeu/w
|Beta Code=e)pipompeu/w
|Definition=[[triumph over]], ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς <span class="bibl">Plu.<span class="title">Caes.</span> 56</span>.
|Definition=[[triumph over]], ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς Plu.''Caes.'' 56.
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιπομπεύω]] (Α) [[πομπεύω]]<br />[[τελώ]] [[πομπή]], [[κάνω]] θρίαμβο, και [[επομένως]] [[χαίρομαι]], [[πανηγυρίζω]] («ταῖς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῑς», <b>Πλούτ.</b>).
|mltxt=[[ἐπιπομπεύω]] (Α) [[πομπεύω]]<br />[[τελώ]] [[πομπή]], [[κάνω]] θρίαμβο, και [[επομένως]] [[χαίρομαι]], [[πανηγυρίζω]] («ταῖς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς», <b>Πλούτ.</b>).
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Latest revision as of 14:24, 6 February 2024

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιπομπεύω Medium diacritics: ἐπιπομπεύω Low diacritics: επιπομπεύω Capitals: ΕΠΙΠΟΜΠΕΥΩ
Transliteration A: epipompeúō Transliteration B: epipompeuō Transliteration C: epipompeyo Beta Code: e)pipompeu/w

English (LSJ)

triumph over, ταῖς τῆς πατρίδος συμφοραῖς Plu.Caes. 56.

German (Pape)

[Seite 972] worüber triumphiren, ταῖς πατρίδος συμφοραῖς Plut. Caes. 56.

French (Bailly abrégé)

triompher sur, triompher de, τινι.
Étymologie: ἐπί, πομπεύω.

Russian (Dvoretsky)

ἐπιπομπεύω: досл. торжествовать, перен. злорадствовать (ταῖς συμφοραῖς τινος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιπομπεύω: ἐμπομπεύω, πομπεύω ἐπί τινι, ταῖς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς οὐ καλῶς εἶχεν Πλουτ. Καῖσ. 56.

Greek Monolingual

ἐπιπομπεύω (Α) πομπεύω
τελώ πομπή, κάνω θρίαμβο, και επομένως χαίρομαι, πανηγυρίζω («ταῖς τῆς πατρίδος ἐπιπομπεύειν συμφοραῖς», Πλούτ.).

Greek Monotonic

ἐπιπομπεύω: μέλ. -σω, θριαμβεύω, τινί, σε Πλούτ.

Middle Liddell

fut. σω
to triumph over, τινί Plut.