μέταζε: Difference between revisions
ἀσμένῳ δέ σοι ἡ ποικιλείμων νὺξ ἀποκρύψει φάος → glad wilt thou be when night, arrayed in spangled garb, shuts out the light
(13_3) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(16 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=metaze | |Transliteration C=metaze | ||
|Beta Code=me/taze | |Beta Code=me/taze | ||
|Definition=Adv., (μετά) | |Definition=Adv., ([[μετά]]) = [[μεταξύ]], to be read in Hes.''Op.''394, cf. Hdn. Gr.2.951, Sch.Il.3.29, Sch.D.T.p.278 H.; but <b class="b3">τὰ μέταζε· μετὰ ταῦτα, Δωριεῖς</b>, [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]] | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0146.png Seite 146]] hernach, hinterdrein, von der Zeit, τὰ [[μέταζε]], Hes. O. 396, besser als die alte v. l. [[μεταξύ]]; es wird vom Schol. Il. 3, 29 u. in B. A. 945 aus dieser Stelle erwähnt. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0146.png Seite 146]] hernach, hinterdrein, von der Zeit, τὰ [[μέταζε]], Hes. O. 396, besser als die alte [[varia lectio|v.l.]] [[μεταξύ]]; es wird vom Schol. Il. 3, 29 u. in B. A. 945 aus dieser Stelle erwähnt. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=<i>adv.</i><br />[[dans la suite]].<br />'''Étymologie:''' [[μετά]], -ζε. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''μέταζε:''' adv. затем, потом, после HH, Hes. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''μέταζε''': ἐπίρρ., (μετὰ) [[μεταξύ]] ἢ μετὰ [[ταῦτα]], τὰ [[μέταζε]] χατίζων, δηλ. μεταξὺ τοῦ νῦν χρόνου καὶ τοῦ ἑπομένου θέρους ὑφιστάμενος στερήσεις, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 392, πρβλ. Ἡρῳδιαν. π. μον. λέξ. 42. 22, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Γ. 29, Α. Β. 945 (τὰ Ἀντίγραφ. καὶ οἱ Σχολιαστ. ἔχουσι: τὰ [[μεταξύ]]). | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μέταζε]] (Α)<br /><b>επίρρ.</b><br /><b>1.</b> στο [[μεταξύ]] δύο χρονικών σημείων [[διάστημα]]<br /><b>2.</b> [[μετέπειτα]], [[μετά]] από αυτά, αργότερα<br /><b>3.</b> <i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> «τὰ [[μέταζε]]<br />μετὰ ταῦτα».<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μετά]], [[κατά]] τα επιρρμ. σε -<i>ζε</i> ([[πρβλ]]. [[θύραζε]])]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''μέταζε:''' ([[μετά]]), επίρρ., [[κατόπιν]], όπισθεν, σε Ησίοδ. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=[[μετά]]<br />[[afterwards]], in the [[rear]], Hes. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:55, 25 August 2023
English (LSJ)
Adv., (μετά) = μεταξύ, to be read in Hes.Op.394, cf. Hdn. Gr.2.951, Sch.Il.3.29, Sch.D.T.p.278 H.; but τὰ μέταζε· μετὰ ταῦτα, Δωριεῖς, Hsch.
German (Pape)
[Seite 146] hernach, hinterdrein, von der Zeit, τὰ μέταζε, Hes. O. 396, besser als die alte v.l. μεταξύ; es wird vom Schol. Il. 3, 29 u. in B. A. 945 aus dieser Stelle erwähnt.
French (Bailly abrégé)
adv.
dans la suite.
Étymologie: μετά, -ζε.
Russian (Dvoretsky)
μέταζε: adv. затем, потом, после HH, Hes.
Greek (Liddell-Scott)
μέταζε: ἐπίρρ., (μετὰ) μεταξύ ἢ μετὰ ταῦτα, τὰ μέταζε χατίζων, δηλ. μεταξὺ τοῦ νῦν χρόνου καὶ τοῦ ἑπομένου θέρους ὑφιστάμενος στερήσεις, Ἡσ. Ἔργ. κ. Ἡμ. 392, πρβλ. Ἡρῳδιαν. π. μον. λέξ. 42. 22, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Γ. 29, Α. Β. 945 (τὰ Ἀντίγραφ. καὶ οἱ Σχολιαστ. ἔχουσι: τὰ μεταξύ).
Greek Monolingual
μέταζε (Α)
επίρρ.
1. στο μεταξύ δύο χρονικών σημείων διάστημα
2. μετέπειτα, μετά από αυτά, αργότερα
3. (κατά τον Ησύχ.) «τὰ μέταζε
μετὰ ταῦτα».
[ΕΤΥΜΟΛ. < μετά, κατά τα επιρρμ. σε -ζε (πρβλ. θύραζε)].
Greek Monotonic
μέταζε: (μετά), επίρρ., κατόπιν, όπισθεν, σε Ησίοδ.
Middle Liddell
μετά
afterwards, in the rear, Hes.