Πύθων: Difference between revisions
οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη → since he cannot make what was done as though it had not come to pass
(35) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[πύθωνας]] Ν<br />τερατόμορφο [[φίδι]] το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την [[απαρχή]] της [[εκεί]] λατρείας του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> (στον τ. <i>πύθων</i>) [[γένος]] νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εγγαστρίμυθος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πνεῡμα Πύθωνος» — μαντικό [[πνεύμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]] με [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ωνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Γνάθ</i>-<i>ων</i>). Ο τ. ως νεοελλ. [[επιστημονικός]] όρος [[είναι]] αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>python</i>]. | |mltxt=ο, ΝΜΑ, και [[πύθωνας]] Ν<br />τερατόμορφο [[φίδι]] το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την [[απαρχή]] της [[εκεί]] λατρείας του<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>ζωολ.</b> (στον τ. <i>πύθων</i>) [[γένος]] νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εγγαστρίμυθος]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>φρ.</b> «πνεῡμα Πύθωνος» — μαντικό [[πνεύμα]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Παράλληλος τ. του [[Πυθώ]] με [[επίθημα]] -<i>ων</i>, -<i>ωνος</i> (<b>πρβλ.</b> <i>Γνάθ</i>-<i>ων</i>). Ο τ. ως νεοελλ. [[επιστημονικός]] όρος [[είναι]] αντιδάνεια λ., <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>python</i>]. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''Πύθων:''' [ῡ], -ωνος, ὁ (πρβλ. [[Πυθώ]]),·<br /><b class="num">I.</b> το [[φίδι]] Πύθωνας, το οποίο φονεύτηκε από τον Απόλλωνα.<br /><b class="num">II.</b> [[πνεῦμα]] Πείθωνος, το [[πνεύμα]] της μαντείας, σε Καινή Διαθήκη· οι <i>ἐγγαστρίμυθοι</i> ονομάζονταν <i>Πύθωνες</i>, σε Πλούτ. | |||
}} | }} |
Revision as of 01:36, 31 December 2018
English (LSJ)
[ῡ], ωνος, ὁ, (cf. Πυθώ) the serpent Python, slain by Apollo, Ephor.31(b)J., Apollod.1.4.1, Plu.2.293c. II παιδίσκη ἔχουσα πνεῦμα Πύθωνα a spirit of divination, Act.Ap.16.16. 2 pl. Πύθωνες, ventriloquists, Plu.2.414e, cf. Hsch.
French (Bailly abrégé)
ωνος (ὁ) :
Python, serpent tué par Apollon.
Étymologie: DELG Πυθώ.
English (Strong)
from Putho (the name of the region where Delphi, the seat of the famous oracle, was located); a Python, i.e. (by analogy, with the supposed diviner there) inspiration (soothsaying): divination.
Greek Monolingual
ο, ΝΜΑ, και πύθωνας Ν
τερατόμορφο φίδι το οποίο εξολοθρεύθηκε από τον Απόλλωνα και το οποίο σχετίζεται άμεσα με την εγκαθίδρυσή του στους Δελφούς και την απαρχή της εκεί λατρείας του
νεοελλ.
ζωολ. (στον τ. πύθων) γένος νυκτόβιων φιδιών σφιγκτήρων της οικογένειας boidae, που απαντούν στις τροπικές και εύκρατες περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αυστραλίας
μσν.-αρχ.
εγγαστρίμυθος
αρχ.
φρ. «πνεῡμα Πύθωνος» — μαντικό πνεύμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. του Πυθώ με επίθημα -ων, -ωνος (πρβλ. Γνάθ-ων). Ο τ. ως νεοελλ. επιστημονικός όρος είναι αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. python].
Greek Monotonic
Πύθων: [ῡ], -ωνος, ὁ (πρβλ. Πυθώ),·
I. το φίδι Πύθωνας, το οποίο φονεύτηκε από τον Απόλλωνα.
II. πνεῦμα Πείθωνος, το πνεύμα της μαντείας, σε Καινή Διαθήκη· οι ἐγγαστρίμυθοι ονομάζονταν Πύθωνες, σε Πλούτ.