πεδά: Difference between revisions

From LSJ

πωγωνοτροφία φιλόσοφoν οὐ ποιεῖ → a long beard does not make the philosopher

Source
(5)
(nl)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πεδά:''' Αιολ. και Δωρ. αντί [[μετά]].
|lsmtext='''πεδά:''' Αιολ. και Δωρ. αντί [[μετά]].
}}
{{elnl
|elnltext=πεδά Aeol. en Dor. voor μετά.
}}
}}

Revision as of 07:44, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεδά Medium diacritics: πεδά Low diacritics: πεδά Capitals: ΠΕΔΑ
Transliteration A: pedá Transliteration B: peda Transliteration C: peda Beta Code: peda/

English (LSJ)

Aeol. for μετά, Sapph.38, Alc.48 A, Pi.Fr.26, Theoc.29.38 : also Dor., Leg.Gort.3.27 ;

   A πεδ' ἰαρόν Schwyzer89.14 (Argos, iii B. C.). (Cogn. with πούς.)

Greek (Liddell-Scott)

πεδά: Αἰολ. ἀντὶ μετά, Σαπφώ, Ἀλκαῖ., κλ., ἴδε Ahrens D. Aeol. 151· ὡσαύτως Δωρικ., ὁ αὐτ. ἐν D. Dor. 360. Ἴδε τὰ ἑπόμενα σύνθετα.

English (Slater)

πεδά (= μετά)
   a c. acc.
   I after ὃς ἔχεις καὶ πεδὰ μέγαν κάματον λόγων φερτάτων μναμήἰ (v. l. μετὰ) (P. 5.47) δείπνου δὲ λήγοντος γλυκὺ τρωγάλιον καίπερ πεδ' ἄφθονον βοράν (Schneider: παῖδα φθόνον codd.) fr. 124c.
   II dub. sign. πεδὰ στόμα φλέγει (ἀντὶ τοῦ κατὰ στόμα Eustath.) fr. 26.
   b c. gen., among πολλοῖς σοφὸς δοκεῖ πεδ' ἀφρόνων βίον κορυσσέμεν ὀρθοβούλοισι μαχαναῖς (P. 8.74)

Greek Monolingual

και πετά και πετ και πε Α
(αιολ. και δωρ. τ.) μετά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η πρόθεση πεδά έχει σχηματιστεί από θ. πεδ- (βλ. πέδη, πους) με δυσερμήνευτη κατάλ. -α (πρβλ. αν-ά, δι-ά, μετ-ά) και η αρχική της σημ. πρέπει να ήταν «στα ίχνη κάποιου» (πρβλ. αρμ. y-et, z-het «μετά» < het «ίχνος», λ. αντίστοιχη προς το ελλ. πέδον). Η πρόθεση πεδά έχει τις ίδιες χρήσεις με την πρόθεση μετά και σε ορισμένες διαλέκτους χρησιμοποιήθηκε παρλλ. με αυτήν (βλ. λ. μετά). Τέλος, ο τ. πετά έχει προέλθει από συμφυρμό τών πεδά και μετά, ενώ ο τ. πε(τ) < πετά με αποκοπή. Η πρόθεση απαντά πιθ. και στη Μυκηναϊκή με τη μορφή pe-ta].

Greek Monotonic

πεδά: Αιολ. και Δωρ. αντί μετά.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πεδά Aeol. en Dor. voor μετά.