πεντετάλαντος: Difference between revisions

From LSJ

τὸν αὐτὸν ἔρανον ἀποδοῦναι → pay him back in his own coin, repay him in his own coin, pay someone back in their own coin, pay back in someone's own coin, give tit for tat, pay back in kind

Source
m (Text replacement - " ;" to ";")
m (Text replacement - "v.l. " to "v.l. ")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=pentetalantos
|Transliteration C=pentetalantos
|Beta Code=penteta/lantos
|Beta Code=penteta/lantos
|Definition=[ᾰ], ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[worth]] or [[consisting of five talents]], οὐσία <span class="bibl">D.27.62</span>, etc.; <b class="b3">π. δίκη</b> an action [[for the recovery of five talents]], <span class="bibl">Ar.<span class="title">Nu.</span> 759</span>,<span class="bibl">774</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[weighing five talents]], βάρος <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Ph.</span> 1104.10</span> (v.l. [[πεντατ-]]).</span>
|Definition=[ᾰ], ον, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[worth]] or [[consisting of five talents]], οὐσία <span class="bibl">D.27.62</span>, etc.; <b class="b3">π. δίκη</b> an action [[for the recovery of five talents]], <span class="bibl">Ar.<span class="title">Nu.</span> 759</span>,<span class="bibl">774</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> [[weighing five talents]], βάρος <span class="bibl">Simp. <span class="title">in Ph.</span> 1104.10</span> ([[varia lectio|v.l.]] [[πεντατ-]]).</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 18:45, 11 January 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πεντετάλαντος Medium diacritics: πεντετάλαντος Low diacritics: πεντετάλαντος Capitals: ΠΕΝΤΕΤΑΛΑΝΤΟΣ
Transliteration A: pentetálantos Transliteration B: pentetalantos Transliteration C: pentetalantos Beta Code: penteta/lantos

English (LSJ)

[ᾰ], ον, A worth or consisting of five talents, οὐσία D.27.62, etc.; π. δίκη an action for the recovery of five talents, Ar.Nu. 759,774. II weighing five talents, βάρος Simp. in Ph. 1104.10 (v.l. πεντατ-).

German (Pape)

[Seite 558] = πεντατάλαντος; δίκη, Ar. Nubb. 748. 764; οὐσία, Is. 7, 19; Dem. 27, 62, fünf Talente werth.

Greek (Liddell-Scott)

πεντετάλαντος: [ᾰ], -ον, ὁ ἔχων ἀξίαν πέντε ταλάντων ἢ συνιστάμενος ἐκ πέντε ταλάντων, οὐσία, χρήματα, Δημ. 329. 16. 833. 7, κτλ.· π. δίκη, δίκη πρὸς ἀνάκτησιν ἢ εἴσπραξιν ὀφειλομένων 5 ταλ., Ἀριστοφ. Νεφ. 758, 774.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
de cinq talents.
Étymologie: πέντε, τάλαντον.

Greek Monolingual

και δ. γρφ. πεντατάλαντος, -ον, Α
αυτός που έχει αξία πέντε ταλάντων ή αυτός που συνίσταται σε πέντε τάλαντα
2. αυτός που έχει βάρος ίσο με πέντε τάλαντα
3. φρ. «πεντετάλαντος δίκη» — δίκη που διεξάγεται με σκοπό την ανάκτηση ή την είσπραξη οφειλόμενου ποσού πέντε ταλάντων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεντε- / πεντα- + τάλαντον (πρβλ. δεκα-τάλαντος)].

Greek Monotonic

πεντετάλαντος: [ᾰ], -ον (τάλαντον), αυτός που έχει αξία ή αποτελείται από πέντε τάλαντα, σε Δημ.· πεντετάλαντος δίκη, δίκη για την επιστροφή πέντε ταλάντων, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

πεντετάλαντος:
1) оцениваемый в пять талантов (οὐσία Dem.);
2) касающийся пяти талантов (δίκη Arph.).

Middle Liddell

πεντε-τᾰ́λαντος, ον, τάλαντον
worth or consisting of five talents, Dem.; π. δίκη an action for the recovery of five talents, Ar.