συμπαρίστημι: Difference between revisions
ψυχῆς ἀγῶνα τὸν προκείμενον πέρι δώσων → to stand the appointed trial for his life, to stand the appointed struggle for life and death
m (Text replacement - "perh." to "perhaps") |
mNo edit summary |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=symparistimi | |Transliteration C=symparistimi | ||
|Beta Code=sumpari/sthmi | |Beta Code=sumpari/sthmi | ||
|Definition= | |Definition=<span class="bld">A</span> [[place by one's side together]], τᾷ μὲν (sc. [[Εὐάδνᾳ]]) . . Ἐλευθὼ συμπαρέστασέν τε Μοίρας f.l. in Pi.O.6.42; [[express at the same time]], A.D.Synt.235.11, al.:—Med., [[set by one's side]], τὴν φιλοσοφίαν Them.Or.7.99d, cf. Or.34p.450Dind.<br><span class="bld">II</span> Pass., with fut. Med., aor. and pf. Act., [[stand beside so as to assist]], τἠμῇ φρενί S.OC1340, cf. LXX Ps.93(94).16, CIG2056.8 (Varna), PSI4.392.13 (iii B.C.), etc.; ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ Men.550; 2pl. aor. 2 imper. συμπαράστατε Sammelb.7452.6 (perhaps iii A.D.). | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συμπαρίστημι:'''<b class="num">I.</b> [[τοποθετώ]] στο πλάι κάποιου μαζί με ή επίσης, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ. με Ενεργ. αόρ. | |lsmtext='''συμπαρίστημι:'''<b class="num">I.</b> [[τοποθετώ]] στο πλάι κάποιου μαζί με ή επίσης, σε Πίνδ.<br /><b class="num">II.</b> Παθ. με Ενεργ. αόρ. βʹ και παρακ., [[στέκομαι]] στο πλάι, [[βοηθώ]], <i>τινι</i>, σε Σοφ. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru |
Revision as of 09:48, 26 December 2021
English (LSJ)
A place by one's side together, τᾷ μὲν (sc. Εὐάδνᾳ) . . Ἐλευθὼ συμπαρέστασέν τε Μοίρας f.l. in Pi.O.6.42; express at the same time, A.D.Synt.235.11, al.:—Med., set by one's side, τὴν φιλοσοφίαν Them.Or.7.99d, cf. Or.34p.450Dind.
II Pass., with fut. Med., aor. and pf. Act., stand beside so as to assist, τἠμῇ φρενί S.OC1340, cf. LXX Ps.93(94).16, CIG2056.8 (Varna), PSI4.392.13 (iii B.C.), etc.; ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ Men.550; 2pl. aor. 2 imper. συμπαράστατε Sammelb.7452.6 (perhaps iii A.D.).
German (Pape)
[Seite 985] (s. ἵστημι), mit danebenstellen, hinantreten lassen, συμπαρέστασεν αὐτῇ Μοίρας Pind. Ol. 6, 42. – Med. u. intr. temp. mit dabeistehen, helfen, εἰ σὺ τἠμῇ ξυμπαραστήσει φρενί Soph. O. C. 1342.
Greek (Liddell-Scott)
συμπαρίστημι: θέτω πλησίον τινὸς ὁμοῦ, τᾷ μὲν ὁ Χρυσοκόμος πραΰμητίν τ’ Ἐλευθὼ συμπαρέστησέν τε Μοίρας, «τῇ μὲν (δηλ. τῇ Εὐάδνῃ ἐποκυούσῃ) παρέστησεν ὁ Χρυσοκόμης Ἀπόλλων τὴν Εἰλείθυιαν, κεχαρισμένα φρονοῦσαν, καὶ τὰς Μοίρας» (Σχόλ.), Πινδ. Ο. 6. 72· παριστῶ, ἐκφέρω ὁμοῦ, Ἀπολλώνιος περὶ Συντάξ. 234. ΙΙ. Παθ., μετ’ ἀορ. καὶ πρκμ. ἐνεργ., ἵσταμαι πλησίον καὶ βοηθῶ, τινι Σοφ. Ο. Κ. 1340, Συλλ. Ἐπιγρ. 2056. 8· ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ Μένανδρ. ἐν Ἀδήλ. 18.
French (Bailly abrégé)
intr. aux temps suiv. : ao.2, pf., pqp. et Moy.
se présenter avec ; assister, secourir, τινι.
Étymologie: σύν, παρίστημι.
Spanish
Greek Monotonic
συμπαρίστημι:I. τοποθετώ στο πλάι κάποιου μαζί με ή επίσης, σε Πίνδ.
II. Παθ. με Ενεργ. αόρ. βʹ και παρακ., στέκομαι στο πλάι, βοηθώ, τινι, σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
συμπαρίστημι: (дор. 3 л. sing. aor. 1 συμπαρέστᾱσεν) ставить вместе, помещать рядом (τινά τινι Pind.): εἰ σὺ τἠμῇ ξυμπαραστήσῃ φρενί Soph. если бы ты склонился к моему намерению.
Middle Liddell
I. to place beside one also, Pind.
II. Pass., c. aor2 et perf. act., to stand beside, assist, τινι Soph.