ἔλασμα: Difference between revisions
Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2") |
|||
Line 9: | Line 9: | ||
|Beta Code=e)/lasma | |Beta Code=e)/lasma | ||
|Definition=ατος, τό, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[metal beaten out]], [[metal-plate]], <span class="bibl">Ph.<span class="title">Bel.</span>69.51</span>, <span class="bibl">D.S.5.33</span>, Dsc.5.81, <span class="bibl">Paus.10.16.1</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> general name for [[probes]] and other surgical [[instruments]], Gal.2.574; <b class="b3">ἔ. ξύλινον</b> ibid.: esp. [[flat end]] of a probe, Heliod. ap. <span class="bibl">Orib.44.11.3</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> = [[ἔλασις]], <span class="bibl">Eust.1306.55</span>.</span> | |Definition=ατος, τό, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[metal beaten out]], [[metal-plate]], <span class="bibl">Ph.<span class="title">Bel.</span>69.51</span>, <span class="bibl">D.S.5.33</span>, Dsc.5.81, <span class="bibl">Paus.10.16.1</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> general name for [[probes]] and other surgical [[instruments]], Gal.2.574; <b class="b3">ἔ. ξύλινον</b> ibid.: esp. [[flat end]] of a probe, Heliod. ap. <span class="bibl">Orib.44.11.3</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">II</span> = [[ἔλασις]], <span class="bibl">Eust.1306.55</span>.</span> | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> concr.<br /><b class="num">1</b> [[metal batido o labrado]], [[plancha]], [[placa]], [[lámina de metal]] ἔ. χρυσίου καὶ ἀργυρίου [[LXX]] <i>Hb</i>.2.19, cf. Aristeas 65, ἐλάσματα χαλκᾶ Ph.<i>Bel</i>.69.51, cf. Hippol.<i>Haer</i>.4.32.1, ἐλάσματα ... σιδήρου D.S.5.33, cf. Paus.10.16.1, ἔ. λαμπάδος σιδηρᾶς <i>ID</i> 1417B.2.60 (II a.C.), μολύβδου ἐλάσματα Dsc.5.81.4, I.<i>AI</i> 11.331, 12.70.<br /><b class="num">2</b> cirug. [[sonda]] ἔ. χαλκοῦν, ἢ σιδηροῦν, ἢ ἀργυροῦν, ἢ ξύλινον Gal.2.574<br /><b class="num">•</b>en plu. ref. [[instrumental quirúrgico]] diverso, Gal.2.575, 580.<br /><b class="num">3</b> [[parte plana]], [[mango]], [[empuñadura]] de un instrumento cortante ἔ. στενῆς κατιάδος mango de una lanceta delgada</i> Heliod. en Orib.44.11.4.<br /><b class="num">II</b> abstr.<br /><b class="num">1</b> [[empuje]], [[peso]] τῶν ποδῶν I.<i>AI</i> 12.74, cf. Aristeas 69.<br /><b class="num">2</b> [[empuje]], [[carrera]] del caballo, Eust.1306.55. | |||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 18: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἔλασμα''': τό, [[μέταλλον]] ἐσφυρηλατημένον, πλὰξ μεταλλίνη, Διοσκ. 5. 96, Παυσ. 10.16, 1. ΙΙ. = [[ἔλασις]], Γεώργ. Πισίδης Ἑξαήμ. στ. 99, Εὐστ. 1306. 55. | |lstext='''ἔλασμα''': τό, [[μέταλλον]] ἐσφυρηλατημένον, πλὰξ μεταλλίνη, Διοσκ. 5. 96, Παυσ. 10.16, 1. ΙΙ. = [[ἔλασις]], Γεώργ. Πισίδης Ἑξαήμ. στ. 99, Εὐστ. 1306. 55. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=το (AM [[ἔλασμα]])<br />λεπτή μετάλλινη [[πλάκα]] ή [[φύλλο]] μετάλλου, [[λαμαρίνα]], που κατασκευάζεται με [[σφυρηλάτηση]] ή [[έλαση]] (συνεχή [[συμπίεση]] σε θερμή [[κατάσταση]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />το πλατύ [[μέρος]] του φύλλου τών [[φυτών]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[ἔλασις]]<br /><b>μσν.</b><br />μεταλλική [[πλάκα]] που χρησιμοποιείται ως [[κόσμημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων χειρουργικών εργαλείων και οργάνων<br /><b>2.</b> το επίπεδο [[άκρο]] του καθετήρα. | |mltxt=το (AM [[ἔλασμα]])<br />λεπτή μετάλλινη [[πλάκα]] ή [[φύλλο]] μετάλλου, [[λαμαρίνα]], που κατασκευάζεται με [[σφυρηλάτηση]] ή [[έλαση]] (συνεχή [[συμπίεση]] σε θερμή [[κατάσταση]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />το πλατύ [[μέρος]] του φύλλου τών [[φυτών]]<br /><b>αρχ.-μσν.</b><br />[[ἔλασις]]<br /><b>μσν.</b><br />μεταλλική [[πλάκα]] που χρησιμοποιείται ως [[κόσμημα]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ονομασία]] διαφόρων χειρουργικών εργαλείων και οργάνων<br /><b>2.</b> το επίπεδο [[άκρο]] του καθετήρα. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:30, 1 October 2022
English (LSJ)
ατος, τό, A metal beaten out, metal-plate, Ph.Bel.69.51, D.S.5.33, Dsc.5.81, Paus.10.16.1. 2 general name for probes and other surgical instruments, Gal.2.574; ἔ. ξύλινον ibid.: esp. flat end of a probe, Heliod. ap. Orib.44.11.3. II = ἔλασις, Eust.1306.55.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
I concr.
1 metal batido o labrado, plancha, placa, lámina de metal ἔ. χρυσίου καὶ ἀργυρίου LXX Hb.2.19, cf. Aristeas 65, ἐλάσματα χαλκᾶ Ph.Bel.69.51, cf. Hippol.Haer.4.32.1, ἐλάσματα ... σιδήρου D.S.5.33, cf. Paus.10.16.1, ἔ. λαμπάδος σιδηρᾶς ID 1417B.2.60 (II a.C.), μολύβδου ἐλάσματα Dsc.5.81.4, I.AI 11.331, 12.70.
2 cirug. sonda ἔ. χαλκοῦν, ἢ σιδηροῦν, ἢ ἀργυροῦν, ἢ ξύλινον Gal.2.574
•en plu. ref. instrumental quirúrgico diverso, Gal.2.575, 580.
3 parte plana, mango, empuñadura de un instrumento cortante ἔ. στενῆς κατιάδος mango de una lanceta delgada Heliod. en Orib.44.11.4.
II abstr.
1 empuje, peso τῶν ποδῶν I.AI 12.74, cf. Aristeas 69.
2 empuje, carrera del caballo, Eust.1306.55.
German (Pape)
[Seite 789] τό, eine mit dem Hammer getriebene Metallplatte, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἔλασμα: τό, μέταλλον ἐσφυρηλατημένον, πλὰξ μεταλλίνη, Διοσκ. 5. 96, Παυσ. 10.16, 1. ΙΙ. = ἔλασις, Γεώργ. Πισίδης Ἑξαήμ. στ. 99, Εὐστ. 1306. 55.
Greek Monolingual
το (AM ἔλασμα)
λεπτή μετάλλινη πλάκα ή φύλλο μετάλλου, λαμαρίνα, που κατασκευάζεται με σφυρηλάτηση ή έλαση (συνεχή συμπίεση σε θερμή κατάσταση)
νεοελλ.
το πλατύ μέρος του φύλλου τών φυτών
αρχ.-μσν.
ἔλασις
μσν.
μεταλλική πλάκα που χρησιμοποιείται ως κόσμημα
αρχ.
1. ονομασία διαφόρων χειρουργικών εργαλείων και οργάνων
2. το επίπεδο άκρο του καθετήρα.