ἀμετάθετος: Difference between revisions

From LSJ

τίς τὸν πλανήτην Οἰδίπουν καθ' ἡμέραν τὴν νῦν σπανιστοῖς δέξεται δωρήμασιν → who on this day shall receive Oedipus the wanderer with scanty gifts

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0122.png Seite 122]] (nicht umzusetzen), unveränderlich, fest, Polyb. [[διάληψις]], Entscheidung, 30, 17, 2 u. öfter; [[πίστις]] D. Sic. 1, 23. – Adv. -τως, Sp.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0122.png Seite 122]] (nicht umzusetzen), unveränderlich, fest, Polyb. [[διάληψις]], Entscheidung, 30, 17, 2 u. öfter; [[πίστις]] D. Sic. 1, 23. – Adv. -τως, Sp.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />immuable.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[μετατίθημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀμετάθετος''': -ον, ὁ μὴ μετατιθέμενος, [[ἀμετάβλητος]], [[ἀναλλοίωτος]], [[σταθερός]], Πολύβ. 2. 32, 5, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως Ἐκκλ. Εὐμαθ.
|lstext='''ἀμετάθετος''': -ον, ὁ μὴ μετατιθέμενος, [[ἀμετάβλητος]], [[ἀναλλοίωτος]], [[σταθερός]], Πολύβ. 2. 32, 5, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως Ἐκκλ. Εὐμαθ.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />immuable.<br />'''Étymologie:''' [[ἀ]], [[μετατίθημι]].
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR

Revision as of 12:00, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀμετάθετος Medium diacritics: ἀμετάθετος Low diacritics: αμετάθετος Capitals: ΑΜΕΤΑΘΕΤΟΣ
Transliteration A: ametáthetos Transliteration B: ametathetos Transliteration C: ametathetos Beta Code: a)meta/qetos

English (LSJ)

ον, A unalterable, immutable, κατάληψις, of knowledge, Zeno Stoic.1.20; of fate, Chrysipp.ib.2.264, cf. Plb.30.17.2; ἀκίνητα καὶ ἀ. OGI331 (Pergam.), etc. Adv. -τως, διακεῖσθαι D.S.1.83, cf. Ascl.in Metaph. 22.6. 2 Gramm., not inflected, A.D.Synt.322.1.

Spanish (DGE)

-ον
I 1no cambiado, inmodificado de testamentos (διαθήκη) ἐφ' ᾗ ἀμεταθέτῳ ἀμφότεροι ἐτελεύτησαν POxy.75.15 (II a.C.), cf. 482.35 (II a.C.).
2 de cosas y abstr. inmutable, invariable, incambiable Ἄτροπον δὲ ὅτι ἀ. καὶ ἀμετάβλητός ἐστιν ὁ καθ' ἕκαστα διορισμὸς ἐξ ἀϊδίων χρόνων a Atropo (la llaman asi) porque es invariable e inmodificable en cualquiera de sus detalles la distribución (de los dones del destino) desde la eternidad Chrysipp.Stoic.2.264, ἐπιβολή Plb.2.32.5, διαλήψεις Plb.30.19.2, ἀκίνητα καὶ ἀ. ... τὰ ... πρὸς τὸν θεὸν τίμια IP 248.58 (II a.C.), τὸν νοῦν τῶν ποητῶν Phld.Po.C 9.23, λογισμός LXX 3Ma.5.12, εἱμαρμένην ἀμετάστατον καὶ ἀ. Plu.2.675b, τὰ ... συντεθέντα τῶν μερῶν τοῦ λόγου, καθ' ὃ μέρος ἥνωται, ἀμετάθετά ἐστιν las palabras, compuestas en la parte en que se unen, son invariables (e.d., no cambian), A.D.Synt.322.1, νενομοθέτηκε γὰρ ἡ εἱμαρμένη ἑκάστῳ ἀμετάθετον ἀποτελεσμάτων ἐνέργειαν Vett.Val.219.26, δόγμα θεοῦ PMag.4.529
subst. τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς la inmutabilidad del consejo (de Dios) Ep.Hebr.6.17
irrefutable, incontrovertible ἐπιστήμην εἶναι τὴν ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν καὶ ἀ. ὑπὸ λόγου κατάληψιν Zeno Stoic.1.20
no apaciguable, no dominable ἡ τοῦ πλὴθους ὁρμή Plb.15.32.7, ἡ πρὸς αὑτοὺς ὀργή Plb.23.15.3
constante ἡ μονάς Dioph.6.6, 8.13
imposible ἡ ἀπὸ τῶν κρειττόνων ἐπὶ τὰ χείρω μετάνοια Mart.Pol.11.1
duradero ἐνέργεια PMasp.151.127 (VI a.C.)
de pers. que no cambia Ἄτροπος Xenocrates 5
recalcitrante, empecinado LXX 3Ma.5.1, Iust.Phil.Dial.120.5.
3 ἀ. σκηνή una tienda que no cambia de lugar Sm., Thd.Is.33.20.
II adv. -ως inalterable, inmutablemente διάκειται D.S.1.83, ἔχειν Ascl.in Metaph.22.6, Chrys.M.60.584.

German (Pape)

[Seite 122] (nicht umzusetzen), unveränderlich, fest, Polyb. διάληψις, Entscheidung, 30, 17, 2 u. öfter; πίστις D. Sic. 1, 23. – Adv. -τως, Sp.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
immuable.
Étymologie: , μετατίθημι.

Greek (Liddell-Scott)

ἀμετάθετος: -ον, ὁ μὴ μετατιθέμενος, ἀμετάβλητος, ἀναλλοίωτος, σταθερός, Πολύβ. 2. 32, 5, κτλ. - Ἐπίρρ. -τως Ἐκκλ. Εὐμαθ.

English (Strong)

from Α (as a negative particle) and a derivative of μετατίθημι; unchangeable, or (neuter as abstract) unchangeability: immutable(-ility).

English (Thayer)

(μετατίθημι), not transposed, not to be transferred; fixed, unalterable: τό ἀμετάθετον as a substantive, immutability, Polybius, Diodorus, Plutarch.)

Greek Monolingual

-η, -ο (AM ἀμετάθετος, -ον) μετατίθημι
αυτός που δεν μεταβάλλει θέση, που δεν μετατοπίζεται, και αυτός που δεν είναι δυνατόν να μετατοπιστεί, αμετακίνητος, σταθερός
νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το αμετάθετο.

Russian (Dvoretsky)

ἀμετάθετος: неизменный, непоколебимый (διάληψις Polyb.; εἱμαρμένη Plut.; πίστις Diod.).

Chinese

原文音譯:¢met£qetoj 阿-姆他-帖拖士
詞類次數:形容詞(2)
原文字根:不-同著-安置的
字義溯源:不改變的,不更改的;由(α / ἄλφα)= (ἄνευ)*=不)與(μετατίθημι)=遷移)組成;而 (μετατίθημι)又由(μετά)*=同,在其中)與(τίθημι)*=設立,安放)組成。這字兩次使用都譯為:不更改的。神的旨意是不更改的,起誓也是不(能)更改的
出現次數:總共(2);來(2)
譯字彙編
1) 不更改的(2) 來6:17; 來6:18