ἐξάπινα: Difference between revisions

From LSJ

Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art

Menander, Monostichoi, 336
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0870.png Seite 870]] Sp. = [[ἐξαπίνης]].
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0870.png Seite 870]] Sp. = [[ἐξαπίνης]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐξάπῐνα:''' adv. NT = [[ἐξαπιναίως]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 30: Line 33:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐξάπῐνα:''' μεταγεν. [[τύπος]] του [[ἐξαπίνης]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''ἐξάπῐνα:''' μεταγεν. [[τύπος]] του [[ἐξαπίνης]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''ἐξάπῐνα:''' adv. NT = [[ἐξαπιναίως]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj

Revision as of 19:20, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐξάπῐνᾰ Medium diacritics: ἐξάπινα Low diacritics: εξάπινα Capitals: ΕΞΑΠΙΝΑ
Transliteration A: exápina Transliteration B: exapina Transliteration C: eksapina Beta Code: e)ca/pina

English (LSJ)

[ᾰπ], later form of ἐξαπίνης, LXXNu.4.20, Ev.Marc.9.8, PGiss.1.68.6 (ii A. D.), Procop.Aed.2.11.

Spanish (DGE)

adv. repentinamente, de improviso ἐὰν δέ τις ἀποθάνῃ ἐ. LXX Nu.6.9, μὴ εἰσέλθωσιν ἰδεῖν ἐ. τὰ ἅγια LXX Nu.4.20, ἐ. περιβλεψάμενοι οὐκέτι οὐδένα εἶδον Eu.Marc.9.8, μήποτε ὁ δεσπότης ἐ. ἔλθῃ Herm.Sim.9.7.6, ἐ. ἐγένετο τὸ ἀτύχημα PGiss.68.6 (II d.C.), cf. Astramps.1Resp.2.8, D.C.Epit.7.25.1, Vit.Aesop.W.47, μὴ βραδύνῃς, μήποτε ἐ. ἀποπλεύσῃ Ἰούλιος PMich.506.9 (II/III d.C.), ἐ. ... ἐμβάλλειν Procop.Aed.2.11.11.
• Etimología: v. αἰπύς.

German (Pape)

[Seite 870] Sp. = ἐξαπίνης.

Russian (Dvoretsky)

ἐξάπῐνα: adv. NT = ἐξαπιναίως.

Greek (Liddell-Scott)

ἐξάπινα: μεταγεν. τύπος τοῦ ἐξαπίνης, Ἑβδ. (Ἀριθμ. Δ΄, 20). Εὐαγγ. κ. Μάρκ. θ΄, 8.

English (Strong)

from ἐκ and a derivative of the same as αἰφνίδιος; of a sudden, i.e. unexpectedly: suddenly. Compare ἐξαίφνης.

English (Thayer)

(a somewhat rare later Greek form for ἐξαπίνης, ἐξαίφνης, which see (Winer's Grammar, § 2,1d.)), adverb, suddenly: Sept.; Jamblichus, Zonaras (1118 A.D.>), others; Byzantine.)

Greek Monolingual

ἐξάπινα (AM)
μτγν. τ. του ἐξαπίνης, αιφνίδια, ξαφνικάἐξάπινα περιβλεψάμενοι», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. εξαπίνης].

Greek Monotonic

ἐξάπῐνα: μεταγεν. τύπος του ἐξαπίνης, σε Καινή Διαθήκη

Middle Liddell

adverblater form of ἐξαπίνης, NTest.]

Chinese

原文音譯:™x£pina 誒克士-阿-à披那
詞類次數:副詞(1)
原文字根:出去-不-顯出(地)
字義溯源:忽然地,出乎意料地;由(ἐκ / ἐκπερισσῶς / ἐκφωνέω)*=出)與(αἰφνίδιος)=預料不到的)組成;而 (αἰφνίδιος)又由(α / ἄλφα)= (ἄνευ)*=不)與(φαίνω)=發光)組成,其中 (φαίνω)出自(φῶς)=光),而 (φῶς)又出自(φαῦλος)X*=照耀)。比較 (ἐξαίφνης / ἐξέφνης)=忽然
出現次數:總共(1);可(1)
譯字彙編
1) 忽然(1) 可9:8