εἰρηναῖος: Difference between revisions
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
(CSV import) |
||
Line 30: | Line 30: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[εἰρηναῖος]], η, ον [from [[εἰρήνη]]<br />[[peaceful]], [[peaceable]], Hdt.: τὰ εἰρηναῖα the fruits of [[peace]], Hdt.: adv. -ως, Hdt. | |mdlsjtxt=[[εἰρηναῖος]], η, ον [from [[εἰρήνη]]<br />[[peaceful]], [[peaceable]], Hdt.: τὰ εἰρηναῖα the fruits of [[peace]], Hdt.: adv. -ως, Hdt. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-α, -ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b> [[de la paz]], [[relativo a la paz]] de cosas y abstr., esp. en cont. bélico τὰ εἰρηναῖα ([[γέρεα]]) op. τὰ ἐμπολέμια Hdt.6.57, εἰρηναῖα χρήματα = <i>dinero para (comprar) la paz</i> Men.Prot.23.1.13, 27.3.28<br /><b class="num">•</b> subst. neutr. plu. ἀκινδύνων δὲ καὶ εἰρηναίων ὄντων = <i>en situaciones de ausencia de peligro y de calma</i> Aen.Tact.22.26, τῆς [[βουλῆς]] εἰρηναῖα βουλευομένης = <i>mientras el senado deliberaba sobre propuestas de paz</i> Plu.<i>Marc</i>.6, τὰ εἰρηναῖα = <i>hazañas en tiempos de paz</i> op. πολεμικά Aristid.<i>Or</i>.46.30<br /><b class="num">•</b> de declaraciones, etc. [[de paz]], [[conciliador]] ὡς δὲ ὁ [[κῆρυξ]] τε ἀπήγγειλεν οὐδὲν [[εἰρηναῖον]] παρὰ τῶν Κορινθίων Th.1.29, τὰ μὲν ἀπὸ τοῦ βασιλέως καταπεμπόμενα εἰρηναῖα ἦν καὶ φιλάνθρωπα de un mensaje de Filipo a los atenienses, Did.<i>in D</i>.8.24, εἰρηναῖα γράμματα ... φέρων Soz.<i>HE</i> 8.3.4.<br /><b class="num">2</b> [[pacífico]], [[apacible]] de pers. y anim., en su carácter o comportamiento διὰ τὴν ἀρετὴν τῶν τόπων καὶ οἱ κατοικοῦντες εἰρηναῖοι Str.3.5.1, cf. 5.2.7, 7.2.2, ὁ μὴ [[μάχιμος]] ἀλλ' εἰ. ἐν [[ἡμῖν]] [[λογισμός]] = <i>nuestra razón que no es belicosa sino pacífica</i> Ph.1.111, ποιῶν αὐτὴν (τὴν ψυχήν) τιθασὸν καὶ χειροήθη καὶ εἰρηναίαν Ph.1.114, cf. Ath.Al.<i>Apol.Sec</i>.84.3, [[πολεμικός]] τε δὴ καὶ εἰ. [[διαφερόντως]] [[θεῶν]] de Dioniso, Aristid.<i>Or</i>.41.5, [[ὧδε]] γὰρ ὑμεῖν [[ἔσσεται]] εἰ. de Ares encadenado, Orác. en <i>SEG</i> 41.1411.8 (Siedra II d.C.), op. [[φοβερός]] Max.Tyr.24.5<br /><b class="num">•</b> [[tranquilo]], [[reposado]], [[sin preocupaciones]] [[βίος]] Phld.<i>Oec</i>.2.11, en uso pred. εἰ. διατρίβειν = <i>vivir en paz</i> Ar.<i>Eq</i>.805, ὁ δὲ [[τροχίλος]] εἰρηναῖόν οἵ ἐστι, [[ἅτε]] ὠφελεομένῳ πρὸς αὐτοῦ = <i>el reyezuelo convive pacíficamente con él (el cocodrilo) por el servicio que le presta</i> Hdt.2.68<br /><b class="num">•</b> subst. τὸ εἰ. [[mansedumbre]], [[carácter pacífico]] τὸ ἄοπλον τό τε εἰ. τῶν ἀνθρώπων D.C.52.42.7, τὸ εἰ. καὶ ἀστασίαστον Gr.Naz.M.35.740A<br /><b class="num">•</b> τὸ. εἰ. [[tranquilidad]], [[paz]] τὸ μὲν εὐσταθὲς καὶ εἰ. ... ἀρετῆς = <i>la estabilidad y la paz de la virtud</i> Ph.1.415.<br /><b class="num">II</b> adv. [[εἰρηναίως]] = [[tranquilamente]], [[apaciblemente]] ὡς εἶδε τοὺς Πέρσας εἰ. κατημένους Hdt.3.145, [[εἰρηναίως]] τε καὶ μάλιστ' ἀθορύβως Phld.<i>Oec</i>.12.35. | |||
}} | }} |
Revision as of 15:00, 6 October 2022
English (LSJ)
α, ον, A peaceful, εἰρηναῖον εἶναί τινι to live peaceably with any one, Hdt.2.68; οὐδὲν εἰ. ἀπαγγέλλειν Th.1.29; τὰ εἰρηναία = matters of peace, Hdt.6.57; εἰ. βίος Phld.Oec.p.20J.; εἰ. καὶ βέβαιος πλοῦς Dion. Byz.24: Sup., Max.Tyr.30.5. Adv. εἰρηναίως Hdt.3.145, Phld.Oec. p.39J. II εἰρηναῖον, τό, = Lat. Templum Pacis, D.C.72.24.
German (Pape)
[Seite 735] friedlich, ruhig; καί σφι ταῦτα μὲν εἰρηναῖα ἦν Her. 6, 42; ὁ δὲ τροχίλος εἰρηναῖόν οἵ ἐστι, lebt mit ihm im Frieden, 2, 68; ὁ κήρυξ ἀπήγγειλεν οὐδὲν εἰρηναῖον παρὰ τῶν Κορινθίων Thuc. 1, 29; was im Frieden geschieht, Her. 6, 57. – Adv. εἰρηναίως, Her. 3, 154.
French (Bailly abrégé)
α, ον :
pacifique ; τὰ εἰρηναῖα HDT les prérogatives (des rois lacédémoniens) en temps de paix.
Étymologie: εἰρήνη.
Russian (Dvoretsky)
εἰρηναῖος: мирный: εἰ. τινι εἶναι Her. жить в мире с кем-л., но ταῦτά σφι εἰρηναῖα ἦν Her. это умиротворило их; εἰρηναῖόν τι ἀπαγγεῖλαι παρά τινος Thuc. прийти от кого-л. с мирными предложениями.
Greek (Liddell-Scott)
εἰρηναῖος: -α, -ον, εἰρηνικός, εἰρηναῖον εἶναί τι Ἡρόδ. 2. 68, Θουκ. 1. 29· τὰ εἰρηναῖα, τὰ δικαιώματα ὧν ἀπέλαυον οἱ Βασιλεῖς τῆς Σπάρτης ἐν καιρῷ εἰρήνης, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ ἐμπολέμια, Ἡρόδ. 6. 56, 57. - Ἐπίρρ. -ως ὁ αὐτ. 3. 145.
Greek Monolingual
εἰρηναῖος, -α, -ον (AM)
1. ειρηνικός
2. αυτός που γίνεται στη διάρκεια της ειρήνης
3. το ουδ. ως ουσ. τὸ εἰρηναῖον
ναὸς τὴς ειρήνης.
Greek Monotonic
εἰρηναῖος: -α, -ον, ειρηνικός, φίλος της ειρήνης, σε Ηρόδ.· τὰεἰρηναῖα, οι καρποί της ειρήνης, στον ίδ.· επίρρ. -ως, στον ίδ.
Middle Liddell
εἰρηναῖος, η, ον [from εἰρήνη
peaceful, peaceable, Hdt.: τὰ εἰρηναῖα the fruits of peace, Hdt.: adv. -ως, Hdt.
Spanish (DGE)
-α, -ον
I 1 de la paz, relativo a la paz de cosas y abstr., esp. en cont. bélico τὰ εἰρηναῖα (γέρεα) op. τὰ ἐμπολέμια Hdt.6.57, εἰρηναῖα χρήματα = dinero para (comprar) la paz Men.Prot.23.1.13, 27.3.28
• subst. neutr. plu. ἀκινδύνων δὲ καὶ εἰρηναίων ὄντων = en situaciones de ausencia de peligro y de calma Aen.Tact.22.26, τῆς βουλῆς εἰρηναῖα βουλευομένης = mientras el senado deliberaba sobre propuestas de paz Plu.Marc.6, τὰ εἰρηναῖα = hazañas en tiempos de paz op. πολεμικά Aristid.Or.46.30
• de declaraciones, etc. de paz, conciliador ὡς δὲ ὁ κῆρυξ τε ἀπήγγειλεν οὐδὲν εἰρηναῖον παρὰ τῶν Κορινθίων Th.1.29, τὰ μὲν ἀπὸ τοῦ βασιλέως καταπεμπόμενα εἰρηναῖα ἦν καὶ φιλάνθρωπα de un mensaje de Filipo a los atenienses, Did.in D.8.24, εἰρηναῖα γράμματα ... φέρων Soz.HE 8.3.4.
2 pacífico, apacible de pers. y anim., en su carácter o comportamiento διὰ τὴν ἀρετὴν τῶν τόπων καὶ οἱ κατοικοῦντες εἰρηναῖοι Str.3.5.1, cf. 5.2.7, 7.2.2, ὁ μὴ μάχιμος ἀλλ' εἰ. ἐν ἡμῖν λογισμός = nuestra razón que no es belicosa sino pacífica Ph.1.111, ποιῶν αὐτὴν (τὴν ψυχήν) τιθασὸν καὶ χειροήθη καὶ εἰρηναίαν Ph.1.114, cf. Ath.Al.Apol.Sec.84.3, πολεμικός τε δὴ καὶ εἰ. διαφερόντως θεῶν de Dioniso, Aristid.Or.41.5, ὧδε γὰρ ὑμεῖν ἔσσεται εἰ. de Ares encadenado, Orác. en SEG 41.1411.8 (Siedra II d.C.), op. φοβερός Max.Tyr.24.5
• tranquilo, reposado, sin preocupaciones βίος Phld.Oec.2.11, en uso pred. εἰ. διατρίβειν = vivir en paz Ar.Eq.805, ὁ δὲ τροχίλος εἰρηναῖόν οἵ ἐστι, ἅτε ὠφελεομένῳ πρὸς αὐτοῦ = el reyezuelo convive pacíficamente con él (el cocodrilo) por el servicio que le presta Hdt.2.68
• subst. τὸ εἰ. mansedumbre, carácter pacífico τὸ ἄοπλον τό τε εἰ. τῶν ἀνθρώπων D.C.52.42.7, τὸ εἰ. καὶ ἀστασίαστον Gr.Naz.M.35.740A
• τὸ. εἰ. tranquilidad, paz τὸ μὲν εὐσταθὲς καὶ εἰ. ... ἀρετῆς = la estabilidad y la paz de la virtud Ph.1.415.
II adv. εἰρηναίως = tranquilamente, apaciblemente ὡς εἶδε τοὺς Πέρσας εἰ. κατημένους Hdt.3.145, εἰρηναίως τε καὶ μάλιστ' ἀθορύβως Phld.Oec.12.35.