completamente: Difference between revisions
From LSJ
κάμψαι διαύλου θάτερον κῶλον πάλιν → bend back along the second turn of the race, turning the bend and coming back for the second leg of the double run, run the homeward course, retrace one's steps
m (esel replacement) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{esel | {{esel | ||
|sltx=[[ἀνελλιπῶς]], [[ἀνενδεῶς]], [[ἀπαραλείπτως]], [[ἀπαρτί]], [[ἀπαρτιζόντως]], [[ἀποτελεστικῶς]], [[ἀρτίως]], [[ἄχρι]], [[διαμπάξ]], [[διανταίως]], [[διέδην]], [[διόλως]], [[εἰσάπαν]], [[εἰσπάμπαν]], [[ἐκτελῶς]], [[ἐντελῶς]], [[ | |sltx=[[ἀέρδην]], [[ἀνελλιπῶς]], [[ἀνενδεῶς]], [[ἀπαραλείπτως]], [[ἀπαρτί]], [[ἀπαρτιζόντως]], [[ἀπηρτισμένως]], [[ἀποτελεστικῶς]], [[ἄρδην]], [[ἀρτίως]], [[ἄχρι]], [[διὰ τέλους]], [[διαμπάξ]], [[διανταίως]], [[διέδην]], [[διόλως]], [[εἰς τὸ παντελές]], [[εἰσάπαν]], [[εἰσπάμπαν]], [[ἐκτελῶς]], [[ἐντελέως]], [[ἐντελῶς]], [[ἐπ' ἀκεραίῳ]], [[κατ' ἄκρας]], [[κατ' ἄκρης]], [[κατάκρας]], [[κατάκρης]], [[ὁλικῶς]], [[ὁλοσχερῶς]], [[πάγχυ]], [[πανσυδίᾳ]], [[πανσυδίῃ]], [[πανσυδίην]], [[παντελέως]], [[παντελῶς]], [[πασσυδίᾳ]], [[πασσυδίῃ]], [[πασσυδίην]], [[πασσύριον]], [[περικειμένως]], [[πληρούντως]], [[συντετελεσμένως]], [[τέλειον]], [[τελείως]], [[τελέως]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:41, 24 January 2024
Spanish > Greek
ἀέρδην, ἀνελλιπῶς, ἀνενδεῶς, ἀπαραλείπτως, ἀπαρτί, ἀπαρτιζόντως, ἀπηρτισμένως, ἀποτελεστικῶς, ἄρδην, ἀρτίως, ἄχρι, διὰ τέλους, διαμπάξ, διανταίως, διέδην, διόλως, εἰς τὸ παντελές, εἰσάπαν, εἰσπάμπαν, ἐκτελῶς, ἐντελέως, ἐντελῶς, ἐπ' ἀκεραίῳ, κατ' ἄκρας, κατ' ἄκρης, κατάκρας, κατάκρης, ὁλικῶς, ὁλοσχερῶς, πάγχυ, πανσυδίᾳ, πανσυδίῃ, πανσυδίην, παντελέως, παντελῶς, πασσυδίᾳ, πασσυδίῃ, πασσυδίην, πασσύριον, περικειμένως, πληρούντως, συντετελεσμένως, τέλειον, τελείως, τελέως