ἄγε: Difference between revisions
χλανίσι δὲ δὴ φαναῖσι περιπεπεµµένοι καὶ µαστίχην τρώγοντες, ὄζοντες µύρου. τὸ δ’ ὅλον οὐκ ἐπίσταµαι ἐγὼ ψιθυρίζειν, οὐδὲ κατακεκλασµένος πλάγιον ποιήσας τὸν τράχηλον περιπατεῖν, ὥσπερ ἑτέρους ὁρῶ κιναίδους ἐνθάδε πολλοὺς ἐν ἄστει καὶ πεπιττοκοπηµένους → Dressed up in bright clean fine cloaks and nibbling pine-thistle, smelling of myrrh. But I do not at all know how to whisper, nor how to be enervated, and make my neck go back and forth, just as I see many others, kinaidoi, here in the city, do, and waxed with pitch-plasters.
(SL_1) |
(big3_1) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>ᾰγε</b> impv. [[ἄγω]], <br /> <b>1</b> [[come]] [[now]]! <br /> <b>a</b> c. impv., “δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς [[χάριν]] τέλλεται, πέδασον” (O. 1.75) ἔπεχε [[νῦν]] σκοπῷ [[τόξον]], [[ἄγε]], θυμέ (O. 2.89) “[[ἄγε]], [[φίλτρον]] τόδἵππειον δέκευ” (O. 13.68) [[ἄγε]], κουφοῖσιν ἐκνεῦσαι ποσίν (Maas: ἀλλὰ codd: [[ἄνα]] Kayser.) (O. 13.114) ἄγἔπειτἐξεύρωμεν ὕμνον (P. 1.60) εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, [[ἄγε]], [[Μοῖσα]], [[οὖρον]] ἐπέων εὐκλέα (N. 6.28) <br /> <b>b</b> c. ind., “ἀλλ' [[ἄγε]] [[τῶνδε]] [[τοι]] ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ” (N. 10.82) | |sltr=<b>ᾰγε</b> impv. [[ἄγω]], <br /> <b>1</b> [[come]] [[now]]! <br /> <b>a</b> c. impv., “δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς [[χάριν]] τέλλεται, πέδασον” (O. 1.75) ἔπεχε [[νῦν]] σκοπῷ [[τόξον]], [[ἄγε]], θυμέ (O. 2.89) “[[ἄγε]], [[φίλτρον]] τόδἵππειον δέκευ” (O. 13.68) [[ἄγε]], κουφοῖσιν ἐκνεῦσαι ποσίν (Maas: ἀλλὰ codd: [[ἄνα]] Kayser.) (O. 13.114) ἄγἔπειτἐξεύρωμεν ὕμνον (P. 1.60) εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, [[ἄγε]], [[Μοῖσα]], [[οὖρον]] ἐπέων εὐκλέα (N. 6.28) <br /> <b>b</b> c. ind., “ἀλλ' [[ἄγε]] [[τῶνδε]] [[τοι]] ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ” (N. 10.82) | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=v. [[ἄγω]] D. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:44, 21 August 2017
English (LSJ)
ἄγετε, imper. of ἄγω, used as Adv.,
A come on! freq. in Hom., who mostly strengthens it, εἰ δ' ἄγε, νῦν δ' ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ' ἄγε, in Att. freq. ἄγε νύν Ar.Eq.1011, etc.; before 1 and 2 pers. pl., ἄγε δὴ τραπείομεν Il.3.441; ἄγε δὴ στέωμεν 11.348; ἄγε τάμνετε Od.3.332; ἀλλ' ἄγε, Πέρσαι, φροντίδα θώμεθα A.Pers.140; ἄγε δὴ καὶ χορὸν ἅψωμεν Id.Eu.307; rarely before 1sg., ἄγε δὴ . . ἀριθμήσω Od.13.215; before 3pl., ἀλλ' ἄγε, κήρυκες . . λαὸν . . ἀγειρόντων Il.2.437; in Prose, ἄγε τοίνυν . . σκοπῶμεν X.Cyr.5.5.15; foll. by ὅπως c. fut., Ar.Ec.149; abs., E. Cyc.590:—also, ἄγετε, . . λύσασθε A. Ch.803; ἄγετε with 1pl., Il.2.139, Od.1.76, Ar.Lys.665; with 1sg., Od.22.139: cf. ἄγι.
Greek (Liddell-Scott)
ἄγε: ἄγετε, κυρ. προστακτ. τοῦ ἄγω, ἀλλ’ ἐν χρήσει ὡς ἐπίρρ., ὥσπερ τὸ φέρε, ἐμπρός! λοιπόν! Λατ. age, παρ’ Ὁμ., ὅστις ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ ἐνισχύει αὐτό, εἰ δ’ ἄγε, νῦν δ’ ἄγε, ἄγε δή, ἀλλ’ ἄγε, = immo age! Παρ’ Ἀττ. ὡσαύτως, ἄγε νῦν, Ἀριστοφ. Ἱπ. 1011. Ὡσαύτως ὡς τὸ φέρε πρὸ τοῦ α΄ καὶ β΄ πληθ. προσ., ἄγε δὴ τραπείομεν, Ἰλ. Γ, 441, ἄγε δὴ στέωμεν, Λ. 348· ἄγε τέμνετε, Ὀδ. Γ. 332· ἀλλ’ ἄγε, Πέρσαι, θυώμεθα, Αἰσχύλ. Πέρσ. 140· ἄγε δή, καὶ χορὸν ἅψωμεν, ὁ αὐτ. Εὐμ. 307· πρβλ. Ἱκ. 625. Σπανίως δὲ πρὸ τοῦ α΄ ἑνικοῦ, ἄγε δή ... ἀριθμήσω, Ὀδ. Ν, 215, Εὐρ. Κύκλ. 590, ἔτι καὶ πρὸ τοῦ γ΄ πληθ., ἀλλ’ ἄγε, κήρυκες ... λαόν ... ἀγειρόντων, Ἰλ. Β. 437· παρὰ πεζοῖς, ἄγε δή ... σκοπῶμεν, Ξεν. Κύρ. 5. 5, 15: - ὡσαύτως, ἄγετε ... λύσασθε, Αἰσχύλ. Χο. 803. Τὸ ἄγετε κεῖται ὡσαύτως μετὰ α΄ πληθ. ἐν Ἰλ. Β, 139, Ὀδ. Α, 76, Ἀριστοφ. Λυσ. 665· μετὰ α΄ ἑνικοῦ, Ὀδ. Χ. 139.
French (Bailly abrégé)
2ᵉ sg. impér. de ἄγω;
interj. allons ! eh bien ! voyons ! avec un autre impér. εἴπ’ ἄγε IL dis, allons !.
2poét. c. ἦγε, 3ᵉ sg. impf. de ἄγω.
English (Autenrieth)
imp. of ἄγω, used as interjection: quick! come! Freq. ἀλλ' ἄγε, ἄγε δή, and foll. by subj. or imp. ἄγε often w. pl., e. g. παῖδες ἐμοί, ἄγε κτλ., Il. 19.475. See also εἰ δ' ἄγε.
English (Slater)
ᾰγε impv. ἄγω,
1 come now!
a c. impv., “δῶρα Κυπρίας ἄγ' εἴ τι, Ποσείδαον, ἐς χάριν τέλλεται, πέδασον” (O. 1.75) ἔπεχε νῦν σκοπῷ τόξον, ἄγε, θυμέ (O. 2.89) “ἄγε, φίλτρον τόδἵππειον δέκευ” (O. 13.68) ἄγε, κουφοῖσιν ἐκνεῦσαι ποσίν (Maas: ἀλλὰ codd: ἄνα Kayser.) (O. 13.114) ἄγἔπειτἐξεύρωμεν ὕμνον (P. 1.60) εὔθυν' ἐπὶ τοῦτον, ἄγε, Μοῖσα, οὖρον ἐπέων εὐκλέα (N. 6.28)
b c. ind., “ἀλλ' ἄγε τῶνδε τοι ἔμπαν αἵρεσιν παρδίδωμ” (N. 10.82)
Spanish (DGE)
v. ἄγω D.