μυρμηκάνθρωποι: Difference between revisions
ὅτι μέντοι καὶ ἡ χρῆσις τῶν τρόπων, ὥσπερ τἆλλα πάντα καλὰ ἐν λόγοις, προαγωγὸν ἀεὶ πρὸς τὸ ἄμετρον, δῆλον ἤδη, κἂν ἐγὼ μὴ λέγω → however, it is also obvious, even without my saying so, that the use of figures of speech, like other literary adornments, is something that has always tempted toward excess
(6_15) |
(26) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μυρμηκάνθρωποι''': οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, [[κωμῳδία]] τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α. | |lstext='''μυρμηκάνθρωποι''': οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, [[κωμῳδία]] τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μυρμηκάνθρωποι]], οἱ (Α)<br /><b>1.</b> άνθρωποι οι οποίοι προέρχονται από μυρμήγκια ή άνθρωποι που μοιάζουν με μυρμήγκια<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> <i>Μυρμηγκάνθρωποι</i><br />[[τίτλος]] κωμωδίας του Φερεκράτους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μύρμηξ]], -<i>ηκος</i> «[[μυρμήγκι]]» <span style="color: red;">+</span> [[ἄνθρωπος]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:01, 29 September 2017
English (LSJ)
οἱ,
A ant-men, title of play by Pherecrates, Ath. 6.229a.
German (Pape)
[Seite 220] οἱ, die Ameisenmenschen, Titel einer Comödie des Pherekrates, Ath. VI, 229.
Greek (Liddell-Scott)
μυρμηκάνθρωποι: οἱ, οἱ ἐκ μυρμήκων ἄνθρωποι, ἢ ἄνθρωποι ὡς μύρμηκες, κωμῳδία τοῦ Φερεκράτους, Ἀθήν. 229Α.
Greek Monolingual
μυρμηκάνθρωποι, οἱ (Α)
1. άνθρωποι οι οποίοι προέρχονται από μυρμήγκια ή άνθρωποι που μοιάζουν με μυρμήγκια
2. ως κύριο όν. Μυρμηγκάνθρωποι
τίτλος κωμωδίας του Φερεκράτους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρμηξ, -ηκος «μυρμήγκι» + ἄνθρωπος.