ὑμνολογία: Difference between revisions

From LSJ

ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world

Source
(a)
(43)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1179.png Seite 1179]] ἡ, Lobgesang, Chrysost.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1179.png Seite 1179]] ἡ, Lobgesang, Chrysost.
}}
{{grml
|mltxt=η / [[ὑμνολογία]], ΝΜΑ [[ὑμνολόγος]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> [[εγκωμιασμός]] με ύμνους<br /><b>2.</b> [[μελέτη]] που ασχολείται με τους εκκλησιαστικούς ύμνους<br /><b>3.</b> [[δοξολογία]]<br /><b>4.</b> <b>εκκλ.</b> το [[μάθημα]] της θεολογίας το οποίο εξετάζει την [[ιστορία]] της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, [[καθώς]] και τη λογοτεχνική και θεολογική [[αξία]] τών ύμνων<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />[[εγκωμιαστικός]] ύμνος.
}}
}}

Revision as of 12:58, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑμνολογία Medium diacritics: ὑμνολογία Low diacritics: υμνολογία Capitals: ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ
Transliteration A: hymnología Transliteration B: hymnologia Transliteration C: ymnologia Beta Code: u(mnologi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A hymn-singing, Sm.Jb.33.26.

German (Pape)

[Seite 1179] ἡ, Lobgesang, Chrysost.

Greek Monolingual

η / ὑμνολογία, ΝΜΑ ὑμνολόγος
νεοελλ.
1. εγκωμιασμός με ύμνους
2. μελέτη που ασχολείται με τους εκκλησιαστικούς ύμνους
3. δοξολογία
4. εκκλ. το μάθημα της θεολογίας το οποίο εξετάζει την ιστορία της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, καθώς και τη λογοτεχνική και θεολογική αξία τών ύμνων
μσν.-αρχ.
εγκωμιαστικός ύμνος.