ἐπιποθία: Difference between revisions

From LSJ

εἶταγνώμων μοί πως ἀνίσταται → then my tool suddenly stood up

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - " τοῡ " to " τοῦ ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἐπιποθία]], ἡ (Α) [[επιποθώ]]<br />[[επιθυμία]], [[λαχτάρα]] («ἐπιποθίαν δὲ ἔχων τοῡ ἐλθεῑν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ).
|mltxt=[[ἐπιποθία]], ἡ (Α) [[επιποθώ]]<br />[[επιθυμία]], [[λαχτάρα]] («ἐπιποθίαν δὲ ἔχων τοῦ ἐλθεῑν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ).
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 18:50, 25 March 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιποθία Medium diacritics: ἐπιποθία Low diacritics: επιποθία Capitals: ΕΠΙΠΟΘΙΑ
Transliteration A: epipothía Transliteration B: epipothia Transliteration C: epipothia Beta Code: e)pipoqi/a

English (LSJ)

ἡ, A = ἐπιπόθησις, Ep.Rom.15.23.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιποθία: ἡ, = ἐπιπόθησις, Ἐπιστ. π. Ρωμ: ιε΄, 23.

English (Strong)

from ἐπιποθέω; intense longing: great desire.

English (Thayer)

(WH ἐπιποθεία, see under the word εἰ, ἰ), ἐπιποθίας, ἡ, longing: ἅπαξ λεγόμενον. (On the passage cf. Buttmann, 294 (252).)

Greek Monolingual

ἐπιποθία, ἡ (Α) επιποθώ
επιθυμία, λαχτάρα («ἐπιποθίαν δὲ ἔχων τοῦ ἐλθεῑν πρὸς ὑμᾱς», ΚΔ).

Greek Monotonic

ἐπιποθία: ἡ, = ἐπιπόθησις, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

ἐπιποθία: ἡ томление, желание (ἐπιποθίαν ἔχειν τινός NT).

Chinese

原文音譯:™pipoq⋯a 誒披-坡提阿
詞類次數:名詞(1)
原文字根:在上-渴望(著)
字義溯源:切切想望,切想;源自(ἐπιποθέω)=切慕),由(ἐπί)*=在⋯上)與(πόθεν)X*=渴望)組成
出現次數:總共(1);羅(1)
譯字彙編
1) 我切切想望(1) 羅15:23