matar: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(2)
 
mNo edit summary
 
Line 1: Line 1:
{{esel
{{esel
|sltx=[[ἀπαγχονάω]], [[ἀποσβέννυμι]], [[ἀπηύρων]], [[ἀποχράω]], [[αἱρέω]], [[ἀποθερίζω]], [[ἀποθρίζω]], [[δειροτομέω]], [[ἀποσφάζω]], [[δηλέομαι]], [[δανέω]], [[ἐξαπόλλυμι]], [[διαρρήγνυμι]], [[διεργάζομαι]], [[ἀπαλλάσσω]], [[ἐναρίζω]], [[διαφθείρω]], [[διαλύω]], [[δάμνημι]], [[αἱματόω]], [[ἀποπνίγω]], [[ἀποτήκω]], [[ἀναιρέω]], [[εἰσαπόλλυμι]], [[διαχειρίζω]], [[δηΐω]], [[ἀποκτέννω]], [[ἀποκτιννύω]], [[ἀποκυπαρόω]], [[ἀποκτείνυμι]], [[ἀναλόω]], [[διασφάττω]], [[ἐναίρω]], [[ἀναλίσκω]], [[ἀπολλύω]], [[ἀποκτείνω]], [[ἀπόλλυμι]], [[δῃόω]], [[ἀνθρωποκτονέω]], [[ἔνω]], [[ἀποκοσμέω]], [[ἐκκόπτω]], [[ἐκμυζάω]], [[ἀμάω]], [[ἀναχράομαι]], [[διαχράομαι]], [[ἀλαπάζω]]
|sltx=[[ἀπαγχονάω]], [[ἀποσβέννυμι]], [[ἀπηύρων]], [[ἀποχράω]], [[αἱρέω]], [[ἀποθερίζω]], [[ἀποθρίζω]], [[δειροτομέω]], [[ἀποσφάζω]], [[δηλέομαι]], [[δανέω]], [[ἐξαπόλλυμι]], [[διαρρήγνυμι]], [[διεργάζομαι]], [[ἀπαλλάσσω]], [[ἐναρίζω]], [[διαφθείρω]], [[διαλύω]], [[δάμνημι]], [[αἱματόω]], [[ἀποπνίγω]], [[ἀποτήκω]], [[ἀναιρέω]], [[εἰσαπόλλυμι]], [[διαχειρίζομαι]], [[δηΐω]], [[ἀποκτέννω]], [[ἀποκτιννύω]], [[ἀποκυπαρόω]], [[ἀποκτείνυμι]], [[ἀναλόω]], [[διασφάττω]], [[ἐναίρω]], [[ἀναλίσκω]], [[ἀπολλύω]], [[ἀποκτείνω]], [[ἀπόλλυμι]], [[δῃόω]], [[ἀνθρωποκτονέω]], [[ἔνω]], [[ἀποκοσμέω]], [[ἐκκόπτω]], [[ἐκμυζάω]], [[ἀμάω]], [[ἀναχράομαι]], [[διαχράομαι]], [[ἀλαπάζω]]
}}
}}

Latest revision as of 06:11, 4 June 2024