λοφνίς
ἐν γὰρ χερσὶ τέλος πολέμου, ἐπέων δ' ἐνὶ βουλῇ → War finds its end in arms, words find their end in debate (Iliad 16.630)
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A torch made of vine bark, in pl., AP11.20 (Antip. Thess.), Lyc.48:—also λοφνία, Clitarch. Gloss. ap. Ath.15.701a, cf. Ath.15.699d.
Greek (Liddell-Scott)
λοφνίς: -ίδος, ἡ λαμπὰς ἐκ τοῦ φλοιοῦ τῆς ἀμπέλου, Ἀνθ. Π. 11. 20, Λυκόφρ. 48, Κλείταρχ. παρ’ Ἀθην. 701 Α· ὡσαύτως λοφνία, πρβλ. 699D. (Πιθαν. ἐκ τοῦ λέπω).
French (Bailly abrégé)
ίδος (ἡ) :
torche faite de sarments de vigne.
Étymologie: DELG λοπός.
Greek Monolingual
λοφνίς, -ίδος, ἡ (Α)
δάδα από φλοιό δένδρου και ιδίως από κλήμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. λοφνίς, λοφνία εμφανίζουν επίθημα -ίς, -ία και ανάγονται σε λόφνος (πιβ. < λόπ-σν-ο, που συνδέεται με λέπω «ξεφλουδίζω», λοπός «φλοιός» και εμφανίζει επίθημα -σν-ο, πρβλ. και λύχνος). Κατ' άλλους, η λ. συνδέεται με το λάμπω.
Greek Monotonic
λοφνίς: -ίδος, ἡ (λέπω), λαμπάδα από φλούδες κλημάτων, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
λοφνίς: ίδος (ῐδ) ἡ факел из виноградной лозы Anth.
Frisk Etymological English
-ίδος
Grammatical information: f.
Meaning: torch (Lyc., AP, Cleitarch. Gloss. ap. Ath. 15, 701 a [cod. λοφίδα])
Derivatives: λοφνίδια λαμπάδια H.; also λοφνία f. id. (Anon. ap. Ath. 15, 699 d; Kaibel λοφνίδα); cf. Scheller Oxytonierung 56.
Origin: XX [etym. unknown]
Etymology: Formation in -ίς or -ία from *λόφνος, -νη. Because of the description in Ath. την ἐκ τοῦ φλοιοῦ (τῆς ἀμπέλου) λαμπάδα prob. with Bq a. o. from *λοπ-σν-ο-, -α to λέπω peel, λοπός shell, bark; the σν-suffix also in λύχνος with comparable meaning (cf. Schwyzer 327); possible but rather improbable. - After Osthoff MU 6, 64 to λάμπω (with Lith. lópe torch, light a. o.), s. v.; by WP. 2, 383 rightly rejected.
Middle Liddell
λοφνίς, ίδος λέπω
a torch of vine bark, Anth.
Frisk Etymology German
λοφνίς: -ίδος
{lophnís}
Grammar: f.
Meaning: Fackel (Lyk., AP, Kleitarch. Gloss. ap. Ath. 15, 701 a [cod. λοφίδα])
Derivative: mit λοφνίδια· λαμπάδια H.; auch λοφνία f. ib. (Anon. ap. Ath. 15, 699 d; Kaibel λοφνίδα); vgl. Scheller Oxytonierung 56.
Etymology : Bildung auf -ίς bzw. -ία von *λόφνος, -νη. Wegen der Beschreibung bei Ath. τὴν ἐκ τοῦ φλοιοῦ (τῆς ἀμπέλου) λαμπάδα wohl mit Bq u. a. aus *λοπσνο-, -α zu λέπω schälen, λοπός Schale, Rinde; das σν-Suffix auch in dem sinnverwandten λύχνος (vgl. Schwyzer 327). — Nach Osthoff MU 6, 64 zu λάμπω (mit lit. lópė Fackel, Licht u. a.), s. d.; von WP. 2, 383 abgelehnt.
Page 2,139