νεκυομαντεῖον

From LSJ
Revision as of 16:02, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἅπανθ' ὁ μακρὸς κἀναρίθμητος χρόνος φύει τ' ἄδηλα καὶ φανέντα κρύπτεται· κοὐκ ἔστ' ἄελπτον οὐδέν, ἀλλ' ἁλίσκεται χὠ δεινὸς ὅρκος χαἰ περισκελεῖς φρένες. → Long, unmeasurable Time brings to light everything unseen and hides what has been apparent. Nothing is beyond hope; even the fearsome oath and the most stubborn will is overcome. | All things long and countless time brings to birth in darkness and covers after they have been revealed! Nothing is beyond expectation; the dread oath and the unflinching purpose can be overcome.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκῠομαντεῖον Medium diacritics: νεκυομαντεῖον Low diacritics: νεκυομαντείον Capitals: ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟΝ
Transliteration A: nekyomanteîon Transliteration B: nekyomanteion Transliteration C: nekyomanteion Beta Code: nekuomantei=on

English (LSJ)

Ion. νεκῠομαντ-ήϊον, τό, A oracle of the dead, where ghosts were called up, Hdt.5.92. ή, Cic.Tusc.1.16.37, D.S.4.22, Plu.Cim.6, Paus.9.30.6: in pl., PMag.Lond.121.285.

German (Pape)

[Seite 238] τό, = νεκρομαντεῖον; Her. 5, 92, 7, in der ion. Form νεκυομαντήϊον; Plut. Cimon 6 u. a. Sp., vgl. B. A. 414.

Greek (Liddell-Scott)

νεκυομαντεῖον: Ἰων. -ήιον, τό, μαντεῖον τῶν νεκρῶν, τόπος ἔνθα οἱ νεκροὶ ἀνεβιβάζοντο καὶ ἠρωτῶντο, Ἡρόδ. 5. 92, 7, Διόδ. 4. 22, Πλουτ. Κίμ. 6· ἐφθαρμένως νεκυμάντιον παρὰ Παυσ. 9. 30, 6.

French (Bailly abrégé)

ου (τό) :
lieu où l’on évoque les morts.
Étymologie: νέκυς, μαντεία.

Greek Monolingual

νεκυομαντεῑον, ιων. τ. νεκυομαντήϊον, τὸ (Α)
το νεκρομαντείο, το μαντείο όπου προσκαλούσαν τα πνεύματα τών νεκρών για να μαντεύσουν τα μέλλοντα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νέκυς, -υος «νεκρός» + μαντεῖον.

Greek Monotonic

νεκυομαντεῖον: τό, Ιων. -ήϊον, μαντείο των νεκρών, τόπος όπου τα πνεύματα των νεκρών καλούνταν από τον Κάτω Κόσμο για να προφητεύσουν το μέλλον, σε Ηρόδ.

Russian (Dvoretsky)

νεκυομαντεῖον: ион. νεκυομαντήϊον τό некромантей, прорицалище мертвых, место, где вызывались и вопрошались души усопших Her., Diod., Plut.

Middle Liddell

νεκυο-μαντεῖον, ιονιξ -ήιον, ου, τό,
an oracle of the dead, a place where ghosts were called up and questioned, Hdt.