ἀμπελομιξία
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
English (LSJ)
ἡ, intercourse with vines, Luc.VH1.9.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ unión sexual con vides Luc.VH 1.9.
German (Pape)
[Seite 129] ἡ, Begattung mit Weinstöcken, Luc. V. H. 1, 9.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
mélange de plants de vigne à d'autres cultures.
Étymologie: ἄμπελος, μίγνυμι.
Russian (Dvoretsky)
ἀμπελομιξία: ἡ сплетение или скрещение с виноградными лозами Luc.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμπελομιξία: ἡ, μῖξις μετ’ ἀμπέλου ἢ μεταμόρφωσις εἰς ἄμπελον, Λουκ. Ἀλ. Ἱστ. Α. 9.
Greek Monolingual
ἀμπελομιξία, η (Α)
ανάμιξη κλημάτων, ενοφθαλμισμός, κέντρωμα τών κλημάτων του αμπελιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἄμπελος + -μιξία < μίξις < μείγνυμι].