ἀντιδιαπλέκω

From LSJ
Revision as of 12:05, 20 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντιδιαπλέκω Medium diacritics: ἀντιδιαπλέκω Low diacritics: αντιδιαπλέκω Capitals: ΑΝΤΙΔΙΑΠΛΕΚΩ
Transliteration A: antidiaplékō Transliteration B: antidiaplekō Transliteration C: antidiapleko Beta Code: a)ntidiaple/kw

English (LSJ)

A retort, ἀντιδιαπλέκει ὡς . . Aeschin.3.28, cf.AB406.

German (Pape)

[Seite 251] dagegen verflechten, ἀντιδιαπλέκει πρὸς τοῦτο λέγων, er braucht dagegen einen Kunstgriff in seiner Rede, Aesch. 3, 28, wo Bekk. λέγων ausläßt, vom Ringen in der Palästra entlehnt, vgl. διαπλέκω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντιδιαπλέκω: ἀνταπαντῶ, ἀντιτάσσω, ἀντιπαρατηρῶ, ναί, ἀλλ’ ἀντιδιαπλέκει πρὸς τοῦτο εὐθέως λέγων Αἰσχίν. κ. Κτησιφ. 3. 9, 1: -«ἀντιδιαπλέκειν: τὸ ἐν δίκῃ ἀντιλέγειν» Α. Β. 406. 25.

French (Bailly abrégé)

répliquer.
Étymologie: ἀντί, διαπλέκω.

Spanish (DGE)

replicar ἀντιδιαπλέκει πρὸς τοῦτο εὐθὺς λέγων ὡς Aeschin.3.28, cf. AB 406, Hsch.

Greek Monolingual

ἀντιδιαπλέκω (Α)
αντιτάσσω επιχειρήματα.

Greek Monotonic

ἀντιδιαπλέκω: μέλ. -ξω, ανταποδίδω, ανταπαντώ, σε Αισχίν.

Russian (Dvoretsky)

ἀντιδιαπλέκω: парировать, возражать Aeschin.

Middle Liddell

to retort, Aeschin.