ἀπόφονος
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
English (LSJ)
ἀπόφονον, φόνος, αἷμα ἀ., unnatural murder, E., Or.163,192 (both lyr.).
Spanish (DGE)
-ον
distinto a una muerte corriente ἀ. φόνος una muerte criminal E.Or.162, ἀ. αἷμα un crimen monstruoso E.Or.192.
German (Pape)
[Seite 335] φόνος, ungerechter, widernatürlicher Mord, Eur. Or. 163; αἷμα 189.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui diffère d'un meurtre ordinaire ; ἀπόφονον αἷμα EUR meurtre contre nature.
Étymologie: ἀπό, φόνος.
Russian (Dvoretsky)
ἀπόφονος: (об убийстве) противоестественный, вопиющий (φόνος, αἷμα Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόφονος: -ον, (*φένω), ἀπόφονος φόνος, ἄτοπος φόνος, Εὐρ. Ὀρ. 163· ἀπόφονον αἷμα αὐτόθι 192.
Greek Monolingual
ἀπόφονος, -ον (Α)
φρ. «φόνος ἀπόφονος» — άδικος φόνος.
Greek Monotonic
ἀπόφονος: -ον (*φένω), φόνος ἀπόφονος, άτοπος, παράδοξος φόνος, σε Ευρ.